H ψυχαναλυση την εποχη της πανδημιας
Γραμμή Διαθεσιμότητας - Νοέμβριος 2020
H περίοδος της πανδημίας συνεχίζεται δοκιμάζοντας ψυχικά και σωματικά όλους μας. Η εξάντληση των ψυχικών αντοχών και αμυνών εξαιτίας αυτής της αόρατης απειλής είναι , συχνά, ιδιαίτερα εμφανής σε όσους επαγγελματίες είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον να την αντιμετωπίσουν , να μας προστατεύσουν και να μας θεραπεύσουν. Πρόκειται για τους ανθρώπους της πρώτης γραμμής που βιώνουν καθημερινά τον κίνδυνο της απώλειας υγείας και του θανάτου.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ψυχική στήριξη όσων εργάζονται στην πρώτη γραμμή – γιατροί, νοσηλευτές, πληρώματα ΕΚΑΒ κλπ. που καθημερινά αντιμετωπίζουν τη νόσο και τον θάνατο από το νέο κορωνοϊό – και διαμεσολαβώντας ανάμεσα σ’ αυτή την ανάγκη και στην επιθυμία μελών και εκπαιδευομένων ψυχαναλυτών της ΕΨΕ να διαθέσουν ένα ορισμένο χρόνο για δωρεάν ατομικές ή/και ομαδικές συνεδρίες μέσω τηλεδιάσκεψης ή τηλεφώνου, ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΜΙΑ ΓΡΑΜΜΗ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑΣ.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρουν πιο κάτω τα ονόματα και τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις αυτών των συναδέλφων, ώστε να έρθουν σε απ’ ευθείας επικοινωνία μαζί τους και να δουν τη δυνατότητα και το πλαίσιο της συνεργασίας τους.
Πολλά μέλη και εκπαιδευόμενοι ψυχαναλυτές της ΕΨΕ έχουν, εκτός από την εμπειρία εργασίας με άτομα, και μακρά εμπειρία εργασίας με ομάδες γιατρών και νοσηλευτών που αντιμετωπίζουν την αρρώστια και το θάνατο. Με αστερίσκο (*) σημειώνονται οι συνάδελφοι που προτίθενται να εργαστούν με μία ολιγομελή ομάδα επαγγελματιών υγείας πρώτης γραμμής.
Το ΔΣ της ΕΨΕ
Συμβουλές προς τους γονείς μικρών παιδιών στην εποχή της πανδημίας
(Written by Joy D. Osofsky, PhD & Harold J. Osofsky. M.D., Ph.D. ‘Terrorism and Disaster Coalition for Child and Family Resilience’). Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης (IPA) και μεταφράστηκε στα Ελληνικά από την κα Αμίνα Μοσκώφ , κλινική ψυχολόγο και υποψήφιο μέλος της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας.)
Ο κοροναϊός (Covid-19) είναι μια πανδημία. Το ευτυχές είναι ότι πολύ λίγα παιδιά έχουν αρρωστήσει και από αυτά η πλειοψηφία αποτελούν ελαφρές περιπτώσεις. Εκείνο όμως που επηρεάζει πολύ τα παιδιά είναι η καραντίνα και το άγχος των γονέων και γενικότερα των ενηλίκων που τα περιβάλλoυν. Οι ενήλικες έχουν την τάση να πιστεύουν ότι τα παιδιά δεν αντιλαμβάνονται τις αλλαγές και το διάχυτο άγχος που επικρατεί, και τείνουν να παραγνωρίζουν την μεγάλη παρατηρητικότητά τους και ευαισθησία τους προς ότι συμβαίνει γύρω τους. Ας δούμε μερικούς από τους τρόπους που αντιδρούν τα παιδιά και πώς μπορούμε να τα βοηθήσουμε. Συνήθεις παιδικές αντιδράσεις στο τραύμα:
1. Συχνό κλάμα, υπερκινητικότητα, δυσκολίες στον ύπνο και κατά τη διάρκεια του ύπνου, εφιάλτες, προσκόλληση προς τους σημαντικούς άλλους, φόβος αποχωρισμού από τους σημαντικούς άλλους, επαναλαμβανόμενο παιχνίδι (μπορεί να επαναλαμβάνουν ξανά και ξανά κάτι που άκουσαν, μπορεί να επιδεικνύουν ιδιαίτερη φροντίδα για τις κούκλες τους ή τα χνουδωτά ζωάκια τους, πχ να τα κρύβουν, να τα σκεπάζουν).
2. Μερικά παιδιά μπορεί να γίνουν πολύ επιθετικά και θυμωμένα. Άλλα τείνουν να αποσύρονται από κάθε αλληλεπίδραση. Κάποια μπορεί να συμπεριφέρονται σαν να είναι μικρότερα από την ηλικία τους, να λερώνουν τον εαυτό τους, να ζητάνε μπιμπερό αντί για ποτήρι, να ζητάνε παιδική κρέμα ή και να αρνούνται να φάνε, ή να μιλάνε όπως τα μικρότερα παιδιά.
3. Τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην ψυχική πίεση που βιώνουν τα άτομα που τα φροντίζουν. Επηρεάζει την ικανότητα τους να διατηρήσουν σταθερό το επίπεδο λειτουργείας τους και επηρεάζει και τα συναισθήματα τους. Τις περισσότερες φορές δεν μπορούν να μιλήσουν για τον φόβο τους και την αναστάτωση τους. Οι ενήλικες μπορούν να τα προστατέψουν μόνο εφόσον έχουν συνείδηση της θλίψης των παιδιών.
ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ
1. Διατηρήστε ένα πρόγραμμα. Η διατήρηση μιας ρουτίνας είναι πάρα πολύ σημαντική για τα μικρά παιδιά. Οι καταστροφές, η ακούσια απομόνωση και άλλες τραυματικές καταστάσεις τείνουν να αναστατώνουν το πρόγραμμα τους. Όταν καταφέρνουμε να δημιουργήσουμε καινούργιες σταθερές συνήθειες ή να επαναφέρουμε κάποιες από αυτές που έχουν αναστατωθεί δημιουργούμε για το παιδί μια αίσθηση ασφάλειας. Είναι ιδιαιτέρως βοηθητικό να τηρούμε σταθερές ώρες στα γεύματα και στις ώρες ύπνου, να ορίζουμε μια συγκεκριμένη ώρα που θα παίξουμε μαζί τους, που θα τους διαβάσουμε ή ακόμα που θα τραγουδήσουμε μαζί τους.
2. Υποστηρίξτε τα παιδιά σας. Η υποστήριξη των γονιών και των σημαντικών άλλων έχει ιδιαίτερη αξία κατά την περίοδο αλλά και αμέσως μετά το τέλος μιας μεγάλης κρίσης. Οι γονείς μπορεί να είναι ωσεί παρόντες αλλά όχι πραγματικά συναισθηματικά διαθέσιμοι, κατακλεισμένοι οι ίδιοι από μεγάλη ψυχική πίεση. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να προσφέρουν ψυχικό χώρο και χρόνο στα παιδιά με στόχο να τα ηρεμήσουν και να τα καθησυχάσουν.
3. Προσφέρετε επεξηγήσεις περί των αλλαγών. Τα μικρά παιδιά μπορεί να μην καταλαβαίνουν τον λόγο που άλλαξε κάτι (το γιατί να μην μπορούν να βγουν εξω να παίξουν με τους φίλους τους) αλλά τουλάχιστον η επικοινωνία μαζί τους θα τα βοηθήσει να νιώσουν υποστηριγμένα. Έχει σημασία οι επεξηγήσεις μας να προσφέρονται σε γλώσσα κατάλληλα προσαρμοσμένη στην ηλικιακή ομάδα στην οποία απευθύνονται. Κρατάμε τις επεξηγήσεις μας απλές.
4. Φροντίστε τον εαυτό σας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ακόμα και όταν τα παιδιά δεν είναι απευθείας εκτεθειμένα στο τραύμα, συναισθάνονται το στρες που έχει καταβάλλει τα μεγαλύτερα παιδιά και τους ενήλικες στο σπίτι.
5. Αν τα μικρά παιδιά έχουν σταλεί να φιλοξενηθούν από μέλη της οικογένειας σε μια άλλη πόλη είναι πολύ σημαντικό να επικοινωνούμε μαζί τους όσο πιο συχνά γίνεται μέσα στην ημέρα αλλά και πριν την ώρα του ύπνου. Εάν παραμένουν σπίτι καλό είναι να επικοινωνούν με άλλα παιδάκια μέσω των ηλεκτρονικών μέσων.
Κορωνοϊός : μια Σφίγγα του καιρού μας
Anna Ferruta
Μετάφραση Δ. Μαλιδέλης
Κορωνοϊός : μια Σφίγγα του καιρού μας
Η είσοδος του κορωνοΪού στις σκέψεις που αφορούν την καθημερινή μας ζωή είχε το αποτέλεσμα να μας ξυπνήσει από ένα παρατεταμένο όνειρο που διατηρούσε την ευθραυστότητα του ανθρώπινου εκτοπισμένη κάπου αλλού (στα παιδιά, στους μετανάστες, στους πληθυσμούς της Αφρικής) ή τη θεωρούσε μια εξαίρεση που αφορούσε κάποια λιγότερο τυχερά άτομα που είχαν κτυπηθεί από τις ασθένειές τους ( καρκίνοι, εμφράγματα) και που συχνά αποδίδεται σε ένα ανθυγιεινό τρόπο ζωής ή διάφορους περιβαλλοντικούς κινδύνους.
Η αποδιοργάνωση και η ευθραυστότητα της ανθρώπινης συνθήκης
Η ανθρώπινη διαδρομή όπως περιγράφεται από τον Harari στο βιβλίο του : Sapiens. A brief history of Humankind ( 2011, πέντε εκατομμύρια πωλήσεις, μετάφραση σε τριάντα γλώσσες) μοιάζει να διακόπτεται και να μας βάζει αντιμέτωπους με μια αίσθηση αποδιοργάνωσης και ένα φόβο ότι έχουμε χαθεί. Ο καθένας σηκώνει το βλέμμα από το smartphone στο οποίο είχε βυθιστεί στην πλοήγηση στο διαδίκτυο, που του είχε δώσει την εντύπωση ότι μπορεί να καταργήσει «ελαφρά τη καρδία» τα όρια και την ευθραυστότητα της ανθρώπινης κατάστασης και να βρίσκεται να αναρωτηθεί για τον ίδιο και την θέση που έχει στις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους, ζώα, φυτά, ύλη.
Ο Κορωνοϊός είναι η Σφίγγα
Ξαφνικά, ένας μικροσκοπικός σφαιρικός ιός με πολλές ακανθωτές αιχμές θέτει ερωτήματα στο ανθρώπινο είδος, ένα είδος νέας Σφίγγας φράσσει τους δρόμους και θέτει αινίγματα.
Η άμεση αντίδραση είναι να αποφεύγεις αυτή την κατάσταση που απαιτεί να αντιπαρατεθείς με την ανθρώπινη ευθραυστότητα και να βρεις καταφύγιο σε σκέψεις που προστατεύουν από αυτή την επίγνωση (εγκατάλειψη της χώρας, απομόνωση ) ή το να αισθανθείς κατακλυσμένος από τον φόβο και να μην ξέρεις που να στραφείς σε μια κατάσταση τόσο απροσδόκητη και απρόβλεπτη (κάνοντας προμήθειες γιατί ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε τι θα συμβεί...).
Η επόμενη αντίδραση, που όμως δίνει μια στιγμιαία ανακούφιση, είναι να κατηγορήσουμε αυτούς που έχουν εκδώσει τις οδηγίες για την προστασία της υγείας των πολιτών ότι κάνουν λάθος, πολύ συχνά χωρίς να σκεφτούμε και να εξετάσουμε τις συμβουλές που δόθηκαν. Απλά είναι μια κατανοητή αμυντική αντίδραση, για να αποφύγουμε το άγχος ότι έχουμε έρθει αντιμέτωποι με έναν εχθρό αόρατο και ύπουλο και να εκδηλώσουμε την ανάγκη μια προστασίας που μας έχει στερηθεί.
Τρεις πηγές δύναμης
Αντιμετωπίζοντας με πολύ οξύ και αιφνίδιο τρόπο την ξεχασμένη ευθραυστότητα της ανθρώπινης συνθήκης, έχουμε την δυνατότητα να ανακαλύψουμε ξανά τρεις πηγές δύναμης που είχαν παραγκωνιστεί ως αδιάφορες.
Ο καθένας μπορεί να αντλήσει με νέο τρόπο και περισσότερο συνειδητά το μερίδιο της προσωπικής ευθύνης που του αναλογεί, αναλαμβάνοντας «χαρισματικές» συμπεριφορές προστασίας του ίδιου και των κοντινών του προσώπων (αποφεύγοντας καταστάσεις που διευκολύνουν τη μετάδοση του ιού). Η ευχαρίστηση της προσωπικής ευθύνης για τη φροντίδα της κατάστασής μου και όσων εξαρτώνται από εμένα, είναι ένα εξαιρετικό αντίδοτο στον φόβο, γιατί επιτρέπει να ανακαλύψουμε άγνωστες δυνάμεις και να τις χρησιμοποιήσουμε για να ασφαλίσουμε εμάς και τους άλλους. Ο καθένας ως άτομο μπορεί να κάνει κάτι.
Μια άλλη πηγή ενέργειας συνίσταται στην συνειδητοποίηση του πόσο σημαντικοί είναι για τον καθένα οι «μισητοί άλλοι» με τους οποίους μοιραζόμαστε την ζωή. Τους ανθρώπους που ζούμε και συναντάμε αφηρημένοι κάθε μέρα αλλά που ανακαλύπτουμε ,όταν για κάποιο λόγο όπως αυτό που συμβαίνει τώρα ,ότι γίνονται παροδικοί, εξαφανίζονται από το μετρό, από τα μπαρ, από τις σχολικές τάξεις και μας κάνουν να αισθανθούμε φτωχοί αποστερημένοι από την κοινότητά μας ή από την αίσθηση ότι ανήκουμε κάπου.
Αλλά η πιο σημαντική πηγή αποθεμάτων αφορά την δυνατότητα να ξεπεράσουμε τους φόβους μας που δημιουργούνται από την ξαφνική αντίληψη της ευθραυστότητας μας (συχνά οι φόβοι μας χρησιμοποιούνται για μια πολύ εύκολη προπαγάνδα), βασιζόμενοι στις γνώσεις που μας προσφέρουν άνδρες και γυναίκες της επιστήμης. Αυτοί και μόνο αυτοί έχουν τα εργαλεία ώστε να δίνουν χρήσιμες και σχετικές οδηγίες για αποτελεσματικές φροντίδες και συμπεριφορές.
Το αντίδοτο στον φόβο
Οδηγίες απλές, ουσιαστικές και ακριβείς, που προέρχονται από εκείνους την που διερευνούν τις παθολογικές επιπτώσεις του ιού είναι ένα καλό αντίδοτο στον φόβο, γιατί επανεγκαθιστούν την επαφή με την συναισθηματική εμπειρία της εμπιστοσύνης στην μητέρα ,που κράτησε στην ζωή καθέναν από εμάς στην αρχή της υπαρξιακής μας διαδρομής.
Επιπλέον η εμπιστοσύνη που εναποθέτουμε στους ερευνητές που εξερευνούν το άγνωστο, που μελετούν τον ιό και στα μέσα που κινητοποιούμε (εμβόλιο, πρόληψη, διάγνωση) ακολουθεί τον δρόμο που έχει χαραχθεί ανά τους αιώνες, σχετικά με την ανθρώπινη ικανότητα, να εξερευνά τον ουρανό και τη γη, τους πλανήτες και τα ζώα παρόλο την ενδογενή αδυναμία του ( ας θυμηθούμε ότι η Rita Levi Montalcini ανακάλυψε το NFG, τον αυξητικό παράγοντα των νευρώνων, στο δηλητήριο των φιδιών ή ο Fleming με την ανακάλυψη της πενικιλίνης από την μελέτη των μυκήτων της μούχλας).
Η προσωπική και συλλογική Υπευθυνότητα, και ένα εμπιστευτικό άκουσμα σε όποιον με κουράγιο εξερευνά το άγνωστο αντί να το αποφεύγει, και να βασίζεται σε ότι ξέρουμε ήδη, βοηθούν στην αντιμετώπιση ανθρωπίνων φόβων όπως και το να διατηρείς τα μάτια ανοιχτά και το βλέμμα εστιασμένο προς το μέλλον των νέων γενεών.
«Θα τονίσουμε για ακόμη μια φορά ότι η ανθρώπινη διάνοια είναι ανίσχυρη μπροστά στην ανθρώπινη ορμική ζωή και θα έχουμε δίκιο. Αλλά υπάρχει κάτι ιδιαίτερο σε αυτή την αδυναμία, η φωνή της διάνοιας είναι αδύναμη, όμως δεν ησυχάζει πριν ακουστεί. Τελικά ύστερα από αμέτρητες, συχνά επαναλαμβανόμενες απορρίψεις, το καταφέρνει. Αυτό είναι ένα από τα ελάχιστα σημεία για τα οποία κάποιος μπορεί να αισθάνεται αισιόδοξος για το μέλλον της ανθρωπότητας, αλλά καθ’ εαυτό είναι σημαντικό» ( Freud S. (1927) Το μέλλον μιας αυταπάτης, σελ. 80 , Εκδόσεις Ελληνική Παιδεία ).
Συνομιλία του Δημήτρη Μαλιδέλη (ΜΔ)* με το Σαράντη Θανόπουλο(ΣΘ)** με αφορμή την πανδημία του κορωνοΐού.
Η συνομιλία τού Δημήτρη Μαλιδέλη (κλινικός ψυχολόγος-ψυχαναλυτής, μέλος της ΕΨΕ / ΙΡΑ) με τον Σαράντη Θανόπουλο ( ψυχίατρος-ψυχαναλυτής, διδάσκων αναλυτής της Ιταλικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας / ΙΡΑ, συγγραφέας της στήλης «Verità nascoste» της εφημερίδας «Manifesto»-βλ.βιβλιογραφία ) πραγματοποιήθηκε το Μάρτιο του 2020 μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και ενώ η πανδημία του κορωνοΐού είχε ήδη πλήξει ολόκληρη την Ευρώπη, προκαλώντας εκατόμβες θυμάτων στην Ιταλία και στην Ισπανία και θέτοντας σε καραντίνα εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο.
ΔΜ : Σαράντη έχοντας διαβάσει ήδη δύο συνεντεύξεις σου στην Ιταλία και μια στην Ελλάδα, θεώρησα πολύ ενδιαφέρον να συνομιλήσουμε και μαζί στο πλαίσιο της ιστοσελίδας της Ελληνικής Εταιρείας. Tι σκέφτεσαι, σε ψυχαναλυτικό επίπεδο, για την επιδημιολογική κρίση η οποία με τόση ταχύτητα μπήκε στην ζωή μας την προσωπική αλλά και την επαγγελματική;
ΣΘ: Δημήτρη έχουμε την λανθασμένη εντύπωση ότι το ανθρώπινο ον ενδιαφέρεται κατά κύριο λόγο για τη υλική του επιβίωση. Η φιλοσοφία (Foucault, Agamben) έχει ήδη επισημάνει ότι η βιοπολιτική - η πολιτική που έχει ως αντικείμενο τη «γυμνή ζωή» (όρος του W.Benjamin), ένα σώμα ζωντανό και ενεργό ως βιολογική μηχανή, μα στερημένο, αδρανές στο χώρο της συναισθηματικής, της ερωτικής και της διανοητικής εμπειρίας- τείνει να γίνει ηγεμονική στη ζωή μας. Η ψυχανάλυση μάς δίνει μια εξαιρετική πρόσβαση σε αυτή την προοπτική γιατί γνωρίζει πολύ καλά ότι οι άνθρωποι δίνουν πάντα προτεραιότητα στην ψυχική τους ισορροπία, με αλλά λόγια στη συνοχή της αναπαράστασης του εαυτού τους και του κόσμου. Αυτό που δεν αντέχουν είναι η έλλειψη νοήματος στη ζωή τους. Ο φυσικός θάνατος δημιουργεί τρόμο γιατί είναι αδιανόητη εμπειρία. Όταν λοιπόν το ανθρώπινο ον βρεθεί για διάφορους λόγους στη αδυναμία να δώσει νόημα σ’ αυτό που του συμβαίνει, βρίσκεται σε αληθινό πανικό και καταφεύγει σε λύσεις παράλογες γιατί εκείνη τη στιγμή τού δίνουν την αυταπάτη της επιστροφής στην ψυχική συνοχή του. Βάζοντας σε δραματικό κίνδυνο τη δίκη του ζωή του και τη ζωή των άλλων. Δεν είναι καθόλου αναγκαίο να είμαστε ψυχωτικοί για να βαδίσουμε σε βέβαιο φυσικό θάνατο όταν κινδυνεύουμε με απώλεια της ψυχικής μας θέσης στο κόσμο.
Όσο πιο πολύ η συναισθηματική, ερωτική και διανοητική αναπαράσταση της πραγματικότητας γίνεται αμυντική γιατί επικρατεί η λογική των υλικών αναγκών, που ως λογική εκτόνωσης των εντάσεων είναι τυφλή και δεν μας επιτρέπει να έχουμε πραγματικές εμπειρίες, τόσο πιο πολύ οδηγούμαστε στη ψυχική αδράνεια, παραμένουμε σωματικά ζωντανοί, μα κινδυνεύουμε με ψυχικό θάνατο. Ο ψυχικός θάνατος διατηρεί τη σκέψη μόνο στο πεδίο των οδηγιών λειτουργίας μιας μηχανής που είναι καταδικασμένη στη τελική φθορά της. Η αδράνεια (inerzia), από την οποία πηγάζει η βιοπολιτική, οδηγεί στην βιολογική εξαφάνισή μας.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την επιδημία; Η επιδημία είναι ένα πολύ σοβαρό σύμπτωμα της ψυχικής μας αδράνειας. Της απομάκρυνσης από την πραγματική ζωή, της διαχείρισης της κοινωνίας και της πολιτικής, μέρα με τη μέρα, με βάση τον ατομικό εγωισμό που έχει γίνει σε πολύ επικίνδυνο βαθμό συλλογική ψυχολογία. Έχουμε ξεχάσει το χθες, ζούμε σε ένα συνεχές σήμερα και δεν μας ενδιαφέρει τίποτε για το αύριο. Ο κορωνοϊός είναι προϊόν της προοδευτικής καταστροφής της φύσης και των δραματικής κλιματικής αλλαγής που συνεχίζουμε να επισημαίνουμε και να αγνοούμε. Η παγκόσμια προχειρότητα και ανοργανωσιά με την οποία αντιμετωπίσαμε μια επιδημία που από καιρό γνωρίζαμε πως ερχόταν, μιλά καθαρά αλλά είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχτούμε αυτό που μας λέει; Περάσαμε από την αντίσταση στις φυσικές καταστροφές, στην πρόκλησή τους και στη αδιαφορία απέναντι τους, μέχρι τη στιγμή που χτυπούν στην πόρτα μας.
Οι ψυχαναλυτές είμαστε σε καλύτερη θέση να δούμε τον τυφώνα που έρχεται, του οποίου η επιδημία είναι ένα πολύ σοβαρό προμήνυμα, αλλά δεν μπορούμε να επαναπαυτούμε στη μέχρι τώρα γνώση μας. Θα πρέπει να ανανεώσουμε τη σκέψη μας ξεκινώντας από το σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στην επιθυμία και την ανάγκη (που αντιστοιχούν σε δυο αντίθετες λογικές ζωής), την πληγή της θηλυκότητας (Ο κόσμος στον οποίο ζούμε δεν αποδέχεται την επιθυμία και τον πόνο των γυναικών. Η βία της κοινωνικής τάξης μετατρέπει τις σχέσεις επιθυμίας σε σχέση υποταγής και εξουσίας) που απειλεί τον πολιτισμό μας, την φοβία του άλλου και της συναισθηματικής εμπλοκής, την μηχανική, ομοιοστατική αρχή λειτουργίας του ψυχικής οργάνωσης που ρίχνει βαριά σκιά στην ύπαρξή μας. Να ξαναδούμε το «έργο του αρνητικού» (Green), του έργου του Θανάτου, αντιπάλου του Έρωτα, όχι ως ενόρμηση σωματικής προέλευσης αλλά ως βραχυκύκλωμα της ψυχής η οποία συρρικνώνει την δυναμική της κάτω από την πίεση εντάσεων που δεν μπορεί να επεξεργαστεί για περιβαλλοντικούς (και κοινωνικούς) λόγους.
Το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ψυχανάλυση και ο πολιτισμός μας είναι γιατί οι άνθρωποι παραβλέπουν την ποιότητα της ζωής τους και το μέλλον τους, οδηγούμενοι στην αυτοκαταστροφή, χωρίς να πάσχουν, στη μεγάλη τους πλειοψηφία από εγκεφαλικές νόσους ή να έχουν γενετικά προβλήματα. Το ερώτημα είναι: πρέπει να διατηρηθούμε ζωντανοί για να ζήσουμε μια καλή ζωή ή ζούμε για να διατηρηθούμε ζωντανοί;
ΔΜ: Το ψυχικό αμυντικό οπλοστάσιο πως κινητοποιείται? Πολλοί άνθρωποι κινούνται από την αδιαφορία, στον πανικό ή και σε κάποια «προφητικά» στοιχεία κ.τ.λ. Για παράδειγμα ακούς ανθρώπους που λένε «οι Ιταλοί λειτουργούν επιπόλαια» ή ανθρώπους να λένε με βεβαιότητα «θα βγούμε καλύτεροι»...
ΣΘ: Όλος ο κόσμος, όχι μόνο οι Ιταλοί, λειτούργησε και λειτουργεί επιπόλαια. Αυτό είναι μια αμυντική αντίδραση απέναντι στην βαθιά εμπειρία, που την βιώνουμε ως αποσταθεροποιητική, και έχει σαν συνέπεια την αναζήτησή επιφανειακών ερεθισμάτων και επιδερμικών εμπειριών. Η «επιπολαιότητα» προϋπήρχε της επιδημίας και τώρα προσαρμόζεται σε αυτήν. Με την έννοια ότι για να επιβάλουμε σιγή στο αίσθημα έλλειψης και μοναξιάς, ταυτιζόμαστε, μένοντας στο σπίτι, με ό,τι μας επιτρέπει να ξεχάσουμε την πραγματική ζωή, να αφαιρεθούμε από τις επιθυμίες μας. Η απομόνωση, από καιρό φαινόμενο καθημερινό και σιωπηλό, τώρα επισημοποιείται, «νομιμοποιείται». Δεν είναι τυχαίο ότι η «προπαγάνδα» της καραντίνας, η κακή διαχείριση του ψυχολογικού παράγοντα, μας αντιμετωπίζει σαν μικρά παιδιά, χρησιμοποιεί μια ρητορική που μας οδηγεί σε μια αποκοιμισμένη σχέση με το εαυτό μας και τον κόσμο. Τροφοδοτεί με αυτόν τον τρόπο μια παθητική στάση, που τείνει στην αδιαφορία, ή μια τάση παράβασης, όχι μια ελεύθερη κριτική σκέψη, αλλά ένα αντιδραστικό συναίσθημα απόρριψης χωρίς δημιουργική πρόταση. Αδιαφορία και εξέγερση χωρίς πραγματικό αντικείμενο, οδηγούν έμμεσα ή άμεσα στην επίκληση αυταρχικής εξουσίας.
Η μόνη υγιής σχέση μας με τον κατ’οίκον περιορισμό είναι η εσωτερική ανυπακοή απέναντι σε ένα τρόπο αναγκαστικής, απομονωμένης ζωής που δεν πρέπει να γίνει μέρος του εσωτερικού μας κόσμου. Αυτό σημαίνει ικανότητα να ζεις την απώλεια, την έλλειψη, το πένθος. Το «φιλοπενθή πόθο» θα έλεγα δανειζόμενος την έκφραση, που έγινε τίτλος ενός βιβλίου μου, από το Γοργία ο οποίος την χρησιμοποιεί στο
« Ελένης Εγκώμιον»[1]. Η Ελοΐζα (περισσότερο από τον Αβελάρδο)[2] μας δείχνει πως το αναγκαστικό πένθος της ερωτικής συνάντησης μπορεί να διατηρήσει ζωντανή την επιθυμία. Ή, αν θέλεις, ας πάρουμε για παράδειγμα τον Μαντέλα που επί δεκαετίες στη φυλακή έμεινε ζωντανός στη επιθυμία του όπως λίγοι «ελεύθεροι» είναι ικανοί να κάνουν. Ας ζήσουμε σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές ως «ελεύθεροι πολιορκημένοι». Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι αναγνωρίζουμε τις «αμαρτίες» (με την τραγική έννοια του όρου: το ακούσιο λάθος) που μας έφεραν εδώ, αναλαμβάνουμε την ευθύνη τους (την διακρίνω από τη ενοχή) την οποία όλοι έχουμε (με εξαίρεση τους απόκληρους). Και ότι επίσης επιθυμούμε για το αύριο, χωρίς πλέον αναβολές, μια πιο δίκαια, σωστή και ψυχικά υγιή κοινωνία. Οι κυβερνήσεις μέχρι τώρα τίποτε δεν είπαν για τα λάθη του παρελθόντος και τίποτε επίσης δεν λένε για ένα καλύτερο μέλλον. Μιλούν για το οικονομικό πρόβλημα και εξακολουθούν να αγνοούν ότι μια οικονομία διαχωρισμένη από την ποιότητα ζωής και βασισμένη σε μια ανυπόφορη πλέον κοινωνική ανισότητα, όπως ήταν πριν, θα μας φέρει ξανά και γρήγορα στο ίδιο σημείο. Δεν ξέρω αν το αύριο θα είναι χειρότερο ή καλύτερο, το μόνο που μου είναι καθαρό είναι αυτό για το οποίο πρέπει να αγωνιστούμε.
ΔΜ: Η ιταλική εταιρεία, σκέφτομαι ότι έχει δύσκολη και ιδιαίτερη εργασία με όλη αυτή την κατάσταση κυρίως στην τροποποίηση του πλαισίου των αναλύσεων. Η Ιταλία είναι μια χώρα που πολλοί χρησιμοποιούν μεγάλες αποστάσεις για να φτάσουν στα ψυχαναλυτικά γραφεία. Για παράδειγμα είναι πολύ συνηθισμένο κάποιος να μένει στο Μιλάνο και να πηγαίνει στην Παβία ή το αντίθετο. Αλλά και η εξωστρέφεια της κοινωνικής ζωής της, που είναι και στους δυο μας αγαπητή, τι θα γίνει?
ΣΘ: Οι περισσότεροι από τους Ιταλούς ψυχαναλυτές έχουν μεταφέρει την ψυχαναλυτική εργασία στην τηλεφωνική ή ηλεκτρονική επικοινωνία. Αυτό βέβαια στο βορρά ήταν αυτονόητο, ειδικά στην Λομβαρδία όπου η κατάσταση ήταν και παραμένει δραματική. Από τη μια πλευρά υπήρχε μεγάλο άγχος στους ασθενείς και από την άλλη πλευρά κανείς δεν ήξερε, ούτε ακόμα ξέρει, πόσο θα κρατήσει ο περιορισμός. Επομένως δεν μπορούσε να διακοπεί η ψυχαναλυτική επαφή. Στην υπόλοιπη Ιταλία υπάρχουν ψυχαναλυτές που κρατούν ακόμα ανοικτά τα γραφεία τους για τους πιο σοβαρούς ασθενείς αλλά όχι μόνο. Προσωπικά, κράτησα για τρεις εβδομάδες το γραφείο μου ανοικτό με εξαίρεση τους ασθενείς που δεν μπορούσαν να έρθουν (σοβαρά προβλήματα υγείας δικά τους ή μελών της οικογένειας τους όπως επίσης προβλήματα κυκλοφορίας για όσους ζούσαν μακριά). Στην συνέχεια ο χειρουργός που με εγχείρησε πριν από λίγους μήνες (by pass) μου συνέστησε να κλείσω το γραφείο μου. Τώρα ακούω τους αναλυόμενούς μου στο τηλέφωνο (κυρίως) ή τους βλέπω σε βιντεοκλήση. Έχω επίγνωση του ότι οι ασθενείς μου αισθάνονται εγκαταλειμμένοι ακόμα και αυτοί που πρώτοι είχαν ζητήσει μια εναλλακτική λύση. Το ότι ο χωρισμός είναι αναγκαίος και όχι επιθυμητός δεν εξαλείφει καθόλου την πικρία.
Η έμμεση επικοινωνία λειτουργεί σαν έκτακτη λύση, ως ένα βαθμό, κυρίως στη βάση του αμοιβαίου συναισθήματος έλλειψης ανάμεσα σε μένα και στους αναλυόμενούς μου. Αυτό δημιουργεί έντονες στιγμές, συναισθήματα και σκέψεις που συναντώνται παρά την απόσταση που μας χωρίζει. Αλλά η συνεδρία είναι πιο κουραστική, η σιωπή δεν επικοινωνεί, φαίνεται σαν διακοπή, υπάρχει μια ανάγκη να καλύψεις τα κενά. Λείπει σε μεγάλο βαθμό η «αναπνοή» του ενός που συναντιέται με την «αναπνοή» του άλλου, η ελευθερία των συνειρμών, ο ονειρικός χαρακτήρας τής συνάντησης, το ασυνείδητο ως παρόν, ζωντανό μέρος της εμπειρίας, η αίσθηση του να είσαι μόνος αλλά με την παρουσία του άλλου (Winnicott). Είναι φανερό ότι η ψυχαναλυτική εργασία μου σε αυτές τις συνθήκες αντέχει και είναι στηρικτική γιατί βασίζεται στην επιθυμία να ξανασυναντηθούμε. Και στην αποδοχή του πένθους που δίνει υπόσταση και ζωή στην ελπίδα. Μου λείπουν οι ασθενείς μου και τους λείπω.
ΔΜ: Η αβεβαιότητα της συνθήκης μάλλον μπορεί να μας κάνει να μιλήσουμε για κάτι τελείως πρωτόγνωρο. Για παράδειγμα συγκρίνουμε την συνθήκη με πόλεμο, θεομηνία, σεισμό κ.τ.λ. όμως η γνώμη μου είναι ότι αυτή η συνθήκη δεν βλέπω να έχει αντίστοιχες ομοιότητες καθώς χάνεται η οποιαδήποτε βεβαιότητα. Για παράδειγμα στον πόλεμο ορίζεται ο εχθρός, στο σεισμό έχουμε μετά νέες κατασκευές που προβλέπουν τον επόμενο...κ.τ.λ. Εδώ, μ’ αυτή την κατάσταση είμαστε σε μια συνθήκη που κάποιος δεν εμπιστεύεται τα «χέρια του τα ίδια» σαν ένα μωρό ελαχίστων μηνών και όχι μια κατάσταση εξελικτικής κρίσης όπου ορίζονται φίλοι και εχθροί και που μπορεί να συνδεθεί σε εξελικτικά στάδια πολύ πιο προηγμένα πχ «της συναισθηματικής σταθερότητας του αντικειμένου» που εκεί, ίσως, μπορεί να παίξει και εποικοδομητικό ρόλο. Δηλαδή το ερώτημα σ´ αυτή την ιστορία είναι «αν θα ζήσει το μωρό» και όχι « τι θα γίνει όταν μεγαλώσει». Ίσως το να κρατήσουμε όλες τις πιθανότητες δυνατές αρνητικές ή θετικές, όλες τις πόρτες ανοιχτές, μπροστά σε μια κατάσταση εντελώς πρωτόγνωρη που δεν υπάρχει προηγούμενο θα μπορούσε να βοηθήσει ώστε τελικά να «επιζήσει το παιδί»? Εννοώ ότι η βεβαιότητα ότι θα βγούμε καλύτεροι από όλο αυτό, μας οδηγήσει να μην λαμβάνουμε υπόψη μας όλη την εικόνα της κατάστασης.
ΣΘ: Δεν ζούμε για να εκφορτίζουμε εντάσεις, αλλά για να βιώνουμε εντάσεις ευχάριστες που διαρκούν, παραμένουν, και για να έχουμε εμπειρίες πολύπλοκες που δεν αγνοούν την απογοήτευση ή τον πόνο. Σε ένα διάλογο μου στο «Μανιφέστο»[3] με ένα φίλο μου καθηγητή της Φιλοσοφίας του Δικαίου διαφωνήσαμε πάνω σε ένα άρθρο του Αgamben (εγώ το υποστήριζα στις βασικές του θέσεις, ο φίλος μου το απέρριπτε). Σε ένα σημείο έγραψε: « Έρχεται πρώτα η ζωή (η επιβίωση) και μετά η φιλοσοφία». Η απάντησή μου (που δεν αγνοεί τα σοβαρά «πλην» της Αθηναϊκής δημοκρατίας του Περικλή) με την οποία συμφώνησε ήταν: «Φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας». Πώς μπορούμε να διαλέξουμε ανάμεσα στην επιβίωση και την κριτική σκέψη (άρρητα συνδεδεμένη με την λιτή αγάπη του ωραίου και τη εσωτερική αντοχή και δύναμη), ακόμα και όταν είναι σε άμεσο κίνδυνο η ζωή μας; Από την πνευμονία θα με σώσει ο γιατρός και όχι ο φιλόσοφος, ο ψυχαναλυτής ή ο Πραξιτέλης;. Αλλά τι νόημα έχει ο γιατρός και η γιατρειά έξω από αγάπη για την «ωραία» ζωή; Το λέω αυτό γνωρίζοντας ότι και στον πιο «απλό» άνθρωπο μπορεί να υπάρχει σοφία και δημιουργική ένταση. Είναι θέμα ευαισθησίας.
Να το πω διαφορετικά. Αν στο «μωρό» δούμε τον σημερινό, σύγχρονο άνθρωπο στην ανατολή της ζωής του (στην δυναμική του), αυτό το μωρό δεν θα ζήσει για πολύ καιρό αν γυρίσει το ρολόι πίσω: στη λογική της ανάγκης από την οποία το έβγαλε η επιθυμία (που σε στοιχειώδεις μορφές υπάρχει και στα ζώα). Το δίλλημα να ζήσει το μωρό ή να δούμε τι θα γίνει όταν μεγαλώσει είναι απατηλό. Από τον κορωνοϊό θα επιζήσουμε, από την λογική που μας οδήγησε στο πρόβλημα της επιδημίας κινδυνεύουμε να καταστραφούμε.
ΔΜ: Είδα ότι σε άλλες συνεντεύξεις είσαι σχετικά σκεπτικός και επιφυλακτικός με το μέτρο της απομόνωσης τουλάχιστον καθολικής (μένουμε σπίτι). Αναρωτιέμαι σ’αυτό γιατί σε μια τόσο πρωτόγνωρη και αβέβαιη κατάσταση ίσως η απομόνωση να παραπέμπει στη συνεκτική σχάση (splitting coerente) για να αποφύγουμε τον κατακερματισμό, όπως το βρέφος το οποίο πρέπει να απομονώνεται ώστε να μην καθίσταται απειλή το περιβάλλον. Νομίζω ότι σ’ αυτό θα μπορούσαμε να σκεφτούμε την M. Klein η οποία επί λέξει αναφέρει «όπως έχω συχνά περιγράψει το εγώ υπάρχει και λειτουργεί από την γέννηση και εξής. Στην αρχή, υστερεί σημαντικά σε συνοχή και κυριαρχείται από μηχανισμούς. Ο κίνδυνος της καταστροφής από την ενόρμηση του θανάτου που στρέφεται κατά του εαυτού, συμβάλλει στην διάσπαση των ορμών σε καλές και κακές εξαιτίας της προβολής αυτών των ορμών πάνω στο πρωταρχικό αντικείμενο και αυτό επίσης, διασπάται σε καλό και κακό. Συνεπώς, στα πιο πρώιμα στάδια, το καλό μέρος του εγώ και το καλό αντικείμενο είναι- έως ένα βαθμό- προστατευμένα εφόσον η επιθετικότητα κατευθύνεται μακριά τους. Αυτές είναι οι ιδιαίτερες διαδικασίας διάσπασης που περιέγραψα ως τη βάση της σχετικής ασφάλειας στο πολύ νεαρό βρέφος, στο βαθμό που μπορεί σε αυτή την ηλικία, να επιτευχθεί ασφάλεια ενώ άλλες διαδικασίες διάσπασης, όπως εκείνες που οδηγούν στον κατακερματισμό, είναι επιζήμιες για το εγώ και την δύναμη του».
ΣΘ: Έτσι ακριβώς: σκεπτικός και επιφυλακτικός. Αποδέχομαι τα περιοριστικά μέτρα γιατί (με ευθύνη, μα όχι ενοχή) όλων μας δεν έχουμε άλλο μέσο πιο αποτελεσματικό αυτή τη στιγμή, αλλά δεν θέλω να παραδοθώ εξαιτίας αυτού στην λογική του Ορμπάν που πήρε από την Ουγγρική Βουλή απόλυτη εξουσία. Ούτε στη λογική της πλήρους αδιαφορίας για τις προληπτικές πολιτικές που βασίζεται στην ανόητη ιδέα ότι οποιοδήποτε πρόβλημα θα το λύσει η επιστήμη. Συγχέουμε την επιστήμη με την τεχνοκρατία. Χρειαζόμαστε σωφροσύνη.
Αν το ψάξουμε πιο βαθιά, το βρέφος που αποσύρεται, απομονώνεται αισθάνεται τον εξωτερικό χώρο σαν απειλή, γιατί το έμψυχο περιβάλλον του (ξεκινώντας από του γονείς) αισθάνεται σαν απειλή την απρόβλεπτη ελευθερία της ύπαρξής του. Όταν χάνουμε την ελεύθερη μας κίνηση μέσα στη ζωή, η μόνη που μας δίνει αληθινή γνώση, το περιβάλλον γίνεται απειλητικό και η αμυντική μας, απομονωτική τάση μπορεί να μας αφανίσει.
ΔΜ : Έχει η ψυχανάλυση το θεωρητικό και κλινικό φορτίο να ανταπεξέλθει σ´ αυτή την επιδημία από την οποία κινδυνεύουμε ακόμη και από τον ίδιο μας τον εαυτό όπως το βρέφος από τα χέρια του;. Γιατί πχ. σε άλλες ασθένειες με συγκεκριμένο τρόπο μετάδοσης μπορεί να βρει κάποιος έστω «τραβώντας το από τα μαλλιά», κάτι θετικό αν και δεν είμαι σύμφωνος, πχ στο ΑIDS, μεγαλύτερη επικοινωνία και γνώση του άλλου κ.τ.λ.
ΣΘ: Παίζουμε με τις πρίζες ή βάζουμε στο στόμα μας πράγματα επικίνδυνα σαν μικρά παιδιά. Η μεταφορά που χρησιμοποιείς μάς λέει ότι η τεχνολογική μας ζωή δεν μάς επιτρέπει να αποκτήσουμε εμπειρία. Ζούμε λοιπόν σαν μια εσωτερική μητέρα να μας ελέγχει συνεχώς, εμποδίζοντας μας να αγγίξουμε κάτι ή να δοκιμάσουμε κάτι άλλο. Η ουσιαστική απομάκρυνσή μας από τον κόσμο μάς οδηγεί σε ένα αμυντικό αίσθημα παντοδυναμίας και η πρώτη πραγματική απειλή που εισβάλλει στο αποξενωμένο χώρο μας, μάς τρομάζει. Δεν βλέπω πολύ ψυχραιμία στη διαχείριση της επιδημίας. Στη χειρότερη περίπτωση η νόσος θα μεταδοθεί στο 60-70%του παγκόσμιου πληθυσμού και θα σκοτώσει το 1-2% αυτών που θα μολυνθούν. Τεράστιοι αριθμοί (εκατομμύρια νεκροί), μα δεν είναι ο τρίτος (πυρηνικός) παγκόσμιος πόλεμος. Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να επιτρέψουμε μια συλλογική «ρωσική ρουλέτα» που θα κόψει ζωές εδώ και εκεί. Αλλά ο πανικός δεν προέρχεται από αυτόν το φόβο (που συνδέεται με μια ηθική αρχή). Προέρχεται από την ενδόμυχη ασαφή διαίσθηση ότι ο κορωνοϊός είναι σύμπτωμα μιας πολύ επικίνδυνης παγκόσμιας κοινωνικής και ψυχικής ασθένειας.
Η ψυχανάλυση έχει τη θεωρητική και κλινική δύναμη για να είναι στη πρώτη γραμμή όταν ο αγώνας θα κινηθεί στο πραγματικό του επίκεντρο: το ψυχικό πεδίο, αποφασιστικό για τη δημοκρατία. Ωστόσο οι ψυχαναλυτές θα πρέπει να βγουν από την εφησυχασμό τους.
ΔΜ: χρησιμοποιώντας την φράση του Freud ότι "Oχι, η επιστήμη μας δεν είναι αυταπάτη. Αυταπάτη θα ήταν όμως να πιστέψουμε ότι μπορούμε να λάβουμε από aλλού εκείνο που αυτή δεν μπορεί να μας δώσει''. Μήπως θα πρέπει, χωρίς να ανακατευόμαστε στην εργασία των ειδικών επιστημόνων επί των λοιμώξεων να προσπαθήσουμε από το δικό μας σπίτι ‘την ψυχανάλυση’ να εμβαθύνουμε σε έννοιες που ο καθένας έχει ενδιαφέρον και που υπάρχει ακόμη χώρος κλινικής ψυχαναλυτικής έρευνας, πχ. η μοναξιά (loneliness) όπως την περιγράφει η Klein με έχει απασχολήσει. Ο Winnicott νομίζω ότι το βλέπει αλλιώς. Η έννοια της μοναξιάς και πως υπάρχουν ψυχικές κινήσεις όπου ο μετασχηματισμός από μοναξιά (loneliness) σε solitude, νομίζω ότι έχει αρκετό κλινικό ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον και περιθώρια να αναπτυχθεί.
ΣΘ: Η ψυχανάλυση είναι σοβαρή επιστήμη. Ασχολείται με τον άνθρωπο, το αντικείμενό της είναι έμψυχο δεν είναι μια φυσική ή βιολογική οντότητα. Έχει τις αντιφάσεις της όπως και η φυσική: η θεωρία της σχετικότητας και η θεωρία των κβάντα αποκλείουν η μια την άλλη. Είναι επίσης εκκεντρική επιστήμη: μελετά φαινόμενα που βρίσκονται στα όρια ανάμεσα στην αποδοχή της αριστοτελικής λογικής αρχής της μη αντίφασης (η α είναι β ή δεν είναι, μια τρίτη δυνατότητα αποκλείεται) και στη μη αποδοχή της (ολική η μερική). Η ψυχανάλυση κάνει εκκεντρικό όλο το χώρο της επιστήμης και της ολικής κριτικής άποψης της ζωής, που αντιπροσωπεύεται από την φιλοσοφία.
Δεν υπάρχει λόγος να ανακατευόμαστε με τους γιατρούς και γενικά το θεραπευτικό προσωπικό που σώζουν ζωές πιστοί στο όρκο του Ιπποκράτη. Η τεχνική και η τεχνολογία είναι χρήσιμες και σωστικές, εξαρτάται από πως τις χρησιμοποιούμε. Το πρόβλημα της τεχνολογίας είναι ότι διευκολύνοντας μας πολύ στο υλικό πεδίο της ύπαρξής μας, αναγκαίο για την ικανοποίηση της επιθυμίας, διευκολύνει πολύ και την οκνηρία, την αδράνειά μας. Αλλά οι γιατροί και το θεραπευτικό προσωπικό είναι κάτι, πολύ περισσότερο από τεχνικοί. Όσο για τους τηλεοπτικούς ειδικούς όλων των τύπων, δυσπιστώ πολύ απέναντι τους. Τους θεωρώ λαϊκιστές της γνώσης.
Προς το τέλος της ζωής της η Klein ασχολήθηκε με την εσωτερική μοναξιά διακρίνοντάς την από τη εξωτερική. Μίλησε για την μοναξιά που δεν είναι αποτέλεσμα της απουσίας των άλλων, μα μοναξιά στην επικοινωνία με τον εαυτό μας. Ο χώρος ενός συνεχούς διαλόγου με την αδυναμία να γνωρίσουμε πλήρως τον εαυτό μας όπως επίσης να αισθανθούμε πλήρως κατανοητοί από τους άλλους. Ο Winnicott μας δίδαξε ότι ένα μέρος του εαυτού μας παραμένει μόνο του σε κάθε σημαντική σχέση με τον άλλον και αυτό είναι η προϋπόθεση μιας πραγματικά ανταλλακτικής σχέσης. Κάθε υποκείμενο διατηρεί εσωτερικά μια σιωπηρή, ιδιωτική και ιδιωματική επικοινωνία με το αντικείμενο της επιθυμίας του, που δεν χρησιμοποιεί χειρονομίες ή λέξεις, για να μπορεί να έχει βαθιά επαφή μαζί του.
Στο βιβλίο μου «Η μοναξιά της γυναίκας» ( βλ. βιβλιογραφία) προσπάθησα να δείξω μια μοναξιά που ανήκει στη θηλυκή πλευρά του εαυτού μας και είναι πιο πολύ πιο αναπτυγμένη στις γυναίκες: την αίσθηση ότι κάποια στιγμή το αντικείμενο της επιθυμίας σου δεν σε ακολουθεί, ότι βρίσκεσαι μόνος επιθυμώντας. Η γυναικεία ικανότητα να μετατρέψει αυτή την μελαγχολική διάσταση της ζωής σε πηγή της αναζήτησης του άλλου, να τον διατηρήσει ζωντανό παρά τον ασυνεχή χαρακτήρα της παρουσίας του, στηρίζει την ύπαρξη μας και τον πολιτισμό μας.
Η γυναικεία ικανότητα διαχείρισης της μοναξιάς διδάσκει πολλά σε όλους μας αυτό το καιρό, είναι η δύναμη της Ελοίζας. Η ψυχική καραντίνα, η οποία, να μην έχουμε αυταπάτες, ασκεί σήμερα μεγάλη πίεση μέσα μας, ενισχύει όλες τις φοβίες μας στις σχέσεις με τους άλλους και μετατρέπει με την βοήθεια του πραγματικού κινδύνου που αντιπροσωπεύει η μόλυνση, το εξωτερικό περιβάλλον σε ξενικό, εχθρικό χώρο. Αυτό το εξωτερικό περιβάλλον δεν είναι μόνο έξω από το σπίτι αλλά και μέσα σε αυτό, η ερήμωση (loneliness) διαστρέφει τη μοναξιά (solitude) σε απομόνωση από τον επιθυμητικό εαυτό μας. Αυτό στην ουσία μας λέει η H.Arendt αξιοποιώντας μια έμπνευση του Επίκτητου (ο έρημος άνθρωπος που δεν σχετίζεται με τους άλλους ή τούς βλέπει ως εχθρικούς απέναντί του).
ΔΜ: Σαράντη σε ευχαριστώ για αυτή την επικοινωνία και την συνέντευξη που προέκυψε από την επικοινωνίας μας.
ΣΘ Και εγώ σε ευχαριστώ Δημήτρη μα τις καλύτερες ευχές μου για σένα και όλους τους συναδέλφους της Ελληνικής Εταιρείας που σκέφτομαι πάντα με αγάπη.
Βιβλιογραφία
- Freud S. The Future of an Illusion (The Standard Edition) (Complete Psychological Works of Sigmund Freud). Ελληνική μετάφραση: Το μέλλον μιας αυταπάτης (2015) ,Εκδόσεις Ροές Μετάφραση Π. Τσινάρη, σελ. 138
- Klein, M. (1963). On the sense of Loneliness. Στο Envy and Gratitude and other Works. The Writings of Melanie Klein Vol. 3, pp. 300-313. London: Hogarth Press, 1963. Ελληνική Μετάφραση «Για την αίσθηση της μοναξιάς» στο Η μοναξιά ως πάθηση και ως ικανότητα, (2019) εκδόσεις Σφίγγα
- Μαλιδέλης Δ. (2007) Μοναξιά και Ψυχαναλυτική διαδικασία, μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση. Ψυχολογικά θέματα , Τόμος 11-13, σ.93-107 , (ΣΕΨ)
- Μαλιδέλης Δ. (2017) Η έννοια και η Συμβολή της Μοναξιάς στην Ψυχαναλυτική Θεωρία. Οιδίπους Τεύχος 17
- Thanopulos S. (2009) lo spazio dell interpretazione edizioni Borla Ελληνική έκδοση Ο χώρος της ερμηνείας, (2012) εκδόσεις Πόλις, Μετάφραση: Δημήτρης Μαλιδέλης
- Thanopulos S. (2016) Il desiderio che ama il lutto Roma Quodlibet Studio
- Thanopulos S. (2018) la solitudine della donna ed Quodilibert 2018
- Thanopulos S. ( 2018) Verità nascoste Grenelle Editore
- Thanopulos S. (2019) La Città e le sue emozioni Edizioni ETS
- Winnicott, D.W. (1958). The Capacity to be Alone. International Journal Psychoanalysis Vol. 39, pp. 416-420, 1958. Η μοναξιά ως πάθηση και ως ικανότητα, Εκδόσεις Σφίγγα 2019
ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ
[1] Ο Γοργίας ο Λεοντίνος ήταν αρχαίος Έλληνας ρήτορας( 483-375π.Χ) , σύγχρονος του Σωκράτη και του Πρωταγόρα. Διασώθηκαν δυο ακέραιοι λόγοι του, ένας εκ των οποίων ήταν το «Ελένης Εγκώμιον». Στο έργο αυτό ο Γοργίας υπερασπίζεται την Ελένη , υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν υπεύθυνη για το ότι ακολούθησε τον Πάρι στην Τροία.
[2] Ο Πέτρος Αβελάρδος ήταν Γάλλος φιλόσοφος και θεολόγος του Μεσαίωνα( 12ος αιώνας). Ο παράφορος έρωτάς του για τη δεκαεξάχρονη μαθήτριά του Ελοίζα Φυλμπέρ και το τραγικό τέλος του , ενέπνευσε πολλούς Ευρωπαίους συγγραφείς και ζωγράφους.
[3] Manifesto : τίτλος ιταλικής εφημερίδας της Αριστεράς
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Ανδρέας Γκορίνης , ψυχίατρος-ψυχαναλυτής, μέλος ΕΨΕ / Επιτροπής Ιστοσελίδας και Ηλεκτρονικών εκδόσεων.
Παραγωγή κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινωνικού καταναγκασμού. (2003)
Janine Puget, psychoanalyst, Psychoanalytical Association Buenos Aires / IPA
Η Janine Puget, ψυχαναλύτρια από την Αργεντινή, έγραψε, ήδη από το 2003, ένα άρθρο με τίτλο «Παραγωγή κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινωνικού καταναγκασμού» στο οποίο θίγει θέματα που με την εμφάνιση της πανδημίας του κορωνοϊού έρχονται πλέον στο προσκήνιο για ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Η Puget μας καλεί να αναλογιστούμε τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης στον τρόπο σκέψης μας, στις καθημερινές πρακτικές μας και στα πεπρωμένα τις ψυχαναλυτικής θεωρίας.
Η παγκοσμιοποίηση ξεκίνησε καθιερώνοντας μια νέα διάσταση: την κατάργηση των συνόρων μεταξύ των χωρών. Να μην υπάρχει διάκριση μέσα-έξω. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η διαφορετικότητα εκφράζεται με βάση την αποτελεσματικότητα και τη διαχείριση της ανταγωνιστικότητας προκειμένου να επιτευχθεί μια κάποια οικονομική απόδοση. Τα μειονεκτήματα της πολιτιστικής διαφοράς και της μοναδικότητας λύνονται με την παραγωγή καινοτόμων τρόπων συναλλαγής που διαπνέονται από την ιδέα της απαρτίωσης και της εναρμόνισης. Και βέβαια πίσω από όλα βρίσκεται ο ανταγωνισμός. Τελικά, στην παγκοσμιοποίηση περνάμε από την παλιά οργάνωση του έθνους-κράτους στην Αυτοκρατορία. Κι έτσι είμαστε πάλι σε μια εκδοχή του ίδιου όπως και πριν. Έχουμε μια νέα μορφή εξουσίας, την Αυτοκρατορία. Δημιουργείται λοιπόν ένα μονοπώλιο του πλούτου στα χέρια ολίγων και περισσότερη φτώχια για τους πολλούς. Μιλάμε εντέλει για ένα νέο είδος εκμετάλλευσης και για ένα σύστημα που ευνοεί την ωφέλιμη ανταγωνιστικότητα, την παραγωγή, την συναλλαγή και τη δήθεν πρόοδο.
Επομένως, υπάρχει ένα ‘εκτός’ και στο χώρο του παγκόσμιου. Το παγκόσμιο δημιουργεί δύο ομάδες ανθρώπων: αυτούς που αποκτούν περισσότερα πλούτη και εκείνους που γίνονται πιο φτωχοί. Δηλαδή, ένα μέρος του κόσμου κυβερνάται από τις αξίες και τις συνθήκες της παραγωγής σκέψης που επιβάλλονται από την παγκοσμιοποίηση ενώ το άλλο μέρος κυριαρχείται από άλλες αξίες που δεν αποδίδουν σημασία στην οικονομική αποτελεσματικότητα. Και βέβαια το παγκοσμιοποιημένο μέρος του κόσμου είναι εξοπλισμένο με μια έντονη διάψευση, ικανή να ξεγυμνώσει τον τρόμο της φτώχειας από τα χαρακτηριστικά και το νόημά του. Οπότε, η γνώση που παράγεται δεν προάγει την δράση.
Η Puget, θεωρεί ότι οι κοινωνικές ομάδες είναι 2 τάξεων:
- Οι ομάδες της πρώτης τάξης αφορούν οργανωμένες δομές, όπως οι κοινωνικοί θεσμοί, το κράτος και η οιδιπόδεια δομή της οικογένειας. Πρόκειται για κλειστές δομές που διέπονται από μια δυαδική λογική: ένταξη – αποκλεισμός. Στην οιδιπόδεια δομή, ο αποκλεισμός προσωποποιείται στον αποκλεισμένο τρίτο και έτσι γίνεται η οιδιπόδεια τριγωνοποίηση. Αυτή θα καθορίσει το πώς τα μέλη του τριγώνου θα ορίσουν την σεξουαλική τους ταυτότητα, τον τρόπο τους να είναι πατέρας-μητέρα-παιδί κ.ο.κ. Οι ανταλλαγές μέσα σε αυτή τη δομή φέρουν πια ποιότητα υποχρέωσης. Μια τέτοια ποιότητα αντιστοιχεί σε ένα βασικό αίσθημα χρέους, καθήκοντος και συχνά ενοχής. Υπάρχει ένα αίσθημα καθήκοντος να εξασφαλιστεί η συνέχεια στην ομάδα, να πάρουμε τη θέση των πεθαμένων κλπ. Η ιδέα είναι ότι πάρουμε τη θέση τους θα επιτύχουμε μια επανόρθωση, θα κρατήσουμε το παρελθόν ζωντανό και ενεργό στη μνήμη μας, ένα παρελθόν που θα αποτελέσει κινητήριο δύναμη για την παραγωγή. Η παραγωγή ως αντικείμενο κατανάλωσης, θα καθορίσει τελικά και την αξία του υποκειμένου. Όλο αυτό βέβαια λειτουργεί μόνο μέσα στα πλαίσια στης παγκοσμιοποίησης . Η Puget αναρωτιέται μήπως η κρίση που περνάνε οι κλειστές δομές συνδέεται με τις συνθήκες παραγωγής σκέψης που επιβάλλονται από την παγκοσμιοποίηση.
- Στη δεύτερη τάξη ανήκουν ad hoc ομάδες που δημιουργούνται και υπάρχουν λόγω ενός προβλήματος που προκύπτει και προκειμένου να το επιλύσουν. Δημιουργούνται δηλαδή ‘κάνοντας μαζί’ και αυτό δίνει συνοχή στην ομάδα και έναν χώρο όπου ρέουν συνδέσεις. Αυτές οι ομάδες της δεύτερης τάξης είναι οι κοινότητες, ένας όρος που σύμφωνα με τη συγγραφέα σχετίζεται με τον τρόπο που δημιουργείται η υποκειμενικότητα. Η αλληλεγγύη συνδέει τα μέλη της ομάδας και υποστηρίζει την κοινωνική παραγωγικότητά της. Η ύπαρξη των ομάδων αυτών είναι πρόσκαιρη. Η λογική τους δεν είναι δυαδική αλλά λογική πολυπλοκότητας. Το απρόοπτο παίζει κυρίαρχο ρόλο, αφού σχετίζεται με την ίδια τη συγκρότηση της ομάδας. Αυτή η συγκρότηση εξαρτάται από τυχαίες συναντήσεις. Το ανήκειν στην κοινότητα δίνει ένα συγκεκριμένο στίγμα – όπως το όνομα της κοινότητας – αλλά η κοινότητα εξαρχής ενέχει την πιθανότητα διάλυσή της.
Η συγγραφέας ορίζει λοιπόν, 2 διαφορετικές διαστάσεις της υποκειμενικής παραγωγής. Στην πρώτη περίπτωση, η υποκειμενική παραγωγή ενδυναμώνεται από τις οικονομικές σχέσεις. Δηλαδή, η αξία του υποκειμένου βασίζεται στο τι παράγει, ως αντικείμενο κατανάλωσης. Στη δεύτερη περίπτωση, η υποκειμενική παραγωγή ενδυναμώνεται από την δυνατότητα να δράσουμε μαζί με άλλους για την αντιμετώπιση του προβλήματος, συμβάλλοντας στη συγκρότηση μιας κοινότητας τη δεδομένη στιγμή.
Είναι σαφές από τα παραπάνω ότι η παγκοσμιοποίηση δεν εμπεριέχει αλληλεγγύη, παρόλο που η αλληλεγγύη είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει την παραγωγικότητα κάθε ανθρώπινης ομάδας. Οπότε, μπορούμε να καταλήξουμε ότι υπάρχουν 2 τρόποι που λειτουργεί η αλληλεγγύη: 1) καταναγκαστικά, και 2) μέσω της κοινής δράσης με τους άλλους για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα.
Κι εδώ θα πρέπει να αναρωτηθούμε πόσο η παγκοσμιοποίηση έχει επηρεάσει, εκτός από την κοινωνικοποίηση που προαναφέρθηκε, και την ψυχανάλυση και τον πολιτισμό. Οι ψυχαναλυτές σήμερα αισθάνονται πίεση να παράγουν περισσότερη αποτελεσματικότητα. Η ‘παγκοσμιοποίηση του πολιτισμού’ έχει επιπτώσεις όχι μόνο στην ταχύτητα της επικοινωνίας αλλά και στην παραβίαση των γενεών, την ανάδυση νέων γλωσσών και την παραγωγή γνώσης που προοδευτικά καταπίνει το νόημα κάποιων εννοιών. Η Puget καταθέτει την παρατήρηση της ότι, στην επιστήμη μας, νέες έννοιες χάνουν γρήγορα την σημαίνουσα ισχύ τους. Αντίθετα, ο επιστημονικός ψυχαναλυτικός κόσμος χωρίζεται σε δύο μεγάλες περιοχές που ορίζονται ανάλογα με τη χρήση εννοιών οι οποίες δεν μεταφέρονται από τη μια περιοχή στην άλλη καθώς βασίζονται σε τελείως διαφορετικές φιλοσοφίες.
Οι πράξεις που δημιουργούν αλληλεγγύη ανήκουν στη δημόσια σφαίρα. Υπάρχει μια πολιτική διάσταση και μια ηθική διάσταση της αλληλεγγύης. Εντέλει, η αλληλεγγύη μετασχηματίζει. Η συνθήκη της αλληλεγγύης είναι θεμελειώδης για την συγκρότηση της ανθρωπιάς, τον μετασχηματισμό του ‘εκείνοι’ σε ‘εμείς’. Και αυτό το ‘εμείς’ περιλαμβάνει πολύ διαφορετικούς ανθρώπους.
Γιατί άραγε η αλληλεγγύη δεν έγινε ποτέ μια ψυχαναλυτική έννοια και πως θα μπορούσε να γίνει; Η συγγραφέας προτείνει μια γρήγορη απάντηση: η ψυχανάλυση ασχολείται κυρίως με την συγκρότηση του ψυχικού οργάνου και όχι με την σχέση μεταξύ δύο ανεπανόρθωτα διαφορετικών υποκειμένων. Ο ίδιος ο Freud αναφέρει την έννοια της αλληλεγγύης σε κάποια κείμενά του όπως τα: “Τοτέμ και Ταμπού”, “Γιατί ο Πόλεμος;”, “Σχετικά με τα Όνειρα”, “Ψυχολογία των Ομάδων και Ανάλυση του Εγώ”, “Ψυχανάλυση και Τηλεπάθεια”, κλπ. Θεωρεί την αλληλεγγύη ως έναν αμυντικό μηχανισμό που σχετίζεται με τον αντιδραστικό σχηματισμό (και επομένως με την ενοχή) ή ως ένα αγελαίο αίσθημα. Σε αυτό το πλαίσιο, η αλληλεγγύη ανακουφίζει την δυσφορία και παρέχει προστασία και ένα αίσθημα ένταξης σε μια ομάδα. Επίσης, η έννοια της αλληλεγγύης ενέχει έναν μετασχηματισμό που δίνει μια νέα ποιότητα στην έννοια της αδελφοσύνης. Έτσι, η αλληλεγγύη συνδέεται με ένα συναίσθημα που τείνει να δεσμεύει τα υποκείμενα μέσω ταύτισης με έναν οριζόντιο τρόπο, διαφοροποιώντας αυτές τις ομάδες από εκείνες που είναι κάθετα οργανωμένες. Σε κάθε περίπτωση, η έννοια της αλληλεγγύης αναγνωρίζει την σημασία της σχέσης με τους άλλους. Η καταγωγή της έννοιας τοποθετείται στην Οιδιπόδεια δομή μέσω ενός μηχανισμού όπου ενεργοποιείται η ταύτιση – ενσυναίσθηση.
Αν θεωρήσουμε ότι η αλληλεγγύη ταιριάζει τόσο στην παγκοσμιοποιημένη διάσταση όσο και στη διάσταση της κοινότητας, μπορούμε να σκεφτούμε ότι οι δύο αυτές διαστάσεις αλληλοεπικαλύπτονται μέσα σε μια ομάδα. Έτσι αυτή η αλληλοεπικάλυψη θα προκαλούσε δύο διαφορετικές καταστάσεις μέσα σε μια οικογένεια. Στην πρώτη περίπτωση, η γενιά των γονιών μπορεί να ζητάει αλληλεγγύη από τη γενιά των παιδιών. Στη δεύτερη περίπτωση, μπορεί να προκύψει μια οργάνωση οικογενειακών σχέσεων και εργασιών σε σχέση με καταστάσεις της καθημερινότητας, ένας ad hoc,συμμετρικός σχηματισμός που βασίζεται στην αυθόρμητη αλληλεγγύη.
Η Janine Puget καταλήγει τη σκέψη της ορίζοντας τελικά την αλληλεγγύη ως ένα δυναμικό και μια πρακτική που αναφέρονται σε κοινωνική και ψυχική οδύνη.
Σχολιασμός
Σκέφτομαι ότι αυτή η κοινωνική και ψυχική οδύνη αφορά στην αβεβαιότητα της ζωής, αφορά στο να μην γνωρίζει κάποιος και να μην ασκεί παντοδύναμο έλεγχο. Αφορά στην επεξεργασία του πένθους.
Στην παγκοσμιοποίηση χρησιμοποιήθηκαν οι ναρκισσιστικές άμυνες για να αποφευχθεί όλη η επώδυνη επεξεργασία του πένθους. Απόδοση, αποτελεσματικότητα, αδιάκοπη δραστηριότητα είναι το αποτέλεσμα της δράσης της μανιακής άμυνας στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Στη μανιακή άμυνα, χρησιμοποιείται η σχέση με το εξωτερικό αντικείμενο προκειμένου να μειωθεί η ένταση στην εσωτερική πραγματικότητα. (Winnicott, 1935[1958]) Η μανιακή άμυνα αναιρεί την καταθλιπτική θέση: δεν υπάρχει θλίψη, έγνοια, δημιουργική εργασία, ήρεμη ευχαρίστηση.
Ο COVID-19 είναι ένας ιός που ήρθε να σπάσει τη ναρκισσιστική άμυνα της ανθρωπότητας και να μας φέρει αντιμέτωπους με την καταστροφή. Την καταστροφή που βλέπουμε εκεί έξω και δεν είναι άλλη από αυτή που υπάρχει μέσα μας. Ο ιός είναι φονικός για τους γηραιότερους και πιο ευπαθείς συνανθρώπους μας. Σύμφωνα με τον Winnicott (1968) ο γονιός θα φονευθεί από τον έφηβο υιό του προκειμένου ο νεότερος να κάνει χώρο για τον εαυτό του. Το μεγάλωμα είναι μια εγγενώς επιθετική πράξη. Όλα αυτά όμως συμβαίνουν στην ασυνείδητη φαντασίωση. Με τα λόγια του Winnicott (1935[1958], σελ. 131): «στην εσωτερική πραγματικότητα ο εσωτερικευμένος πατέρας όλη την ώρα σκοτώνεται, κλέβεται, καίγεται και κομματιάζεται και καλωσορίζουμε την προσωποποίηση αυτού του εσωτερικευμένου πατέρα από έναν πραγματικό άντρα τον οποίο μπορούμε να βοηθήσουμε να σωθεί».
Η καταθλιπτική θέση προϋποθέτει την αναγνώριση της διαφοράς μεταξύ πραγματικού γεγονότος και φαντασίωσης. (Winnicott, 1935[1958]) Η αναγνώριση της καταστροφικότητας μας είναι προϋπόθεση για το καλό. Πενθώντας αποδεχόμαστε την ευθύνη για την καταστροφικότητα, συμπεριλαμβανομένου και του θυμού για τη ματαίωση των παντοδύναμων διεκδικήσεων μας. Αν μπορέσουμε να φέρουμε εις πέρας αυτό το πένθος τότε θα βγούμε κερδισμένοι. Τα παράγωγα του πένθους, δηλαδή το αίσθημα ενοχής κι η έγνοια, πλουτίζουν την προσωπικότητα και αυξάνουν τις δυνατότητες για κοινωνική συνεισφορά.
Ο Freud (1913) γράφει ότι η αλληλεγγύη μπορεί να μετριάσει το αίσθημα ενοχής των συμμετεχόντων. Η αλληλεγγύη – ως αμυντικός μηχανισμός – μέσω της κοινής δράσης (κι όχι καταναγκαστικά) ανακουφίζει την οδύνη της αβεβαιότητας, παρέχει προστασία και ένα αίσθημα ένταξης στην ομάδα. Η βάση της αλληλεγγύης είναι η εμπιστοσύνη. Η κοινότητα γίνεται η μητέρα που θα φροντίσει τον καθέναν από εμάς. Ανακαλύπτουμε ότι η ζωή είναι δυνατή μόνο στη βάση ενός συμβιβασμού. Ο δημοκρατικός τρόπος και η κοινωνικοποίηση ενέχουν έναν συμβιβασμό, έναν αυτοπεριορισμό και την ατομική ευθύνη. Αντιμετωπίζοντας τον αόρατο εχθρό, τον ιό, με αλληλεγγύη προσπαθούμε όλοι μαζί να βοηθήσουμε να σωθεί αυτή η προσωποποίηση του εσωτερικευμένου πατέρα, αυτός ο πραγματικός άντρας, αυτή η πραγματική γυναίκα. Και ίσως σε αυτή τη νέα βάση της συνεργασίας και της αλληλεγγύης μπορέσουμε να επανορθώσουμε δημιουργώντας ένα νέο σταθερό πολιτιστικό οικοδόμημα που ελπίζουμε να έχει διάρκεια.
Βιβλιογραφία
Freud (1913) Totem and Taboo, S.E. London: Hogarth Press.
Winnicott D.W. (1935) The Manic Defence. In: Through Paediatrics to Psychoanalysis, London: Tavistock, 1958.
Winnicott D.W. (1954α) The Depressive Position in Normal Emotional Development. In: Through Paediatrics to Psychoanalysis, London: Tavistock, 1958.
Winnicott D.W. (1968)Contemporary Concepts of Adolescent Development and their Implications for Higher Education. In: Through Playing and Reality, London and New York: Routledge, 1971
Η απόδοση και ο σχολιασμός του κειμένου έγινε από την κα Μαγδαληνή Γεωργιάκου, ψυχολόγο , υποψήφιο μέλος της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας.
Cosimo Schinaia*: η ψυχανάλυση στην εποχή του κορωνοϊού
Μετάφραση / Απόδοση Δημήτρης Μαλιδέλης**
Η Ψυχανάλυση μπορεί να είναι μια πολύτιμη πηγή για να εμβαθύνει κανείς στην μελέτη των αμυντικών μηχανισμών, ατομικών και κοινωνικών, που μας εμποδίζουν να συνειδητοποιήσουμε τα μεγάλα προβλήματα με τα οποία σήμερα είμαστε αντιμέτωποι, σε σχέση κυρίως με την πανδημία από τον κορωνοϊό ο οποίος βαραίνει στην ύπαρξη μας.
Είναι αδύνατο να μιλήσουμε για ένα ατομικό φαντασιακό χωρίς να λάβουμε υπόψη μας το συλλογικό που το περιβάλλει, για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι το γονιμοποιεί σε μια σχέση αμοιβαίας συν-διαμόρφωσης. Και δεν έχουμε την δυνατότητα να πιστοποιήσουμε την εικόνα του περιβάλλοντος ως μία μόνο εξωτερική, αποσυνδεδεμένη από την αναπαράστασή της που έχουμε στο εσωτερικό μας.
Μέσω της ψυχανάλυσης, επομένως, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο τύπο πρακτικής και θεωρίας, πιστεύω, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί μπροστά σε μια ευδιάκριτη ζημιά, της οποίας όμως δεν είναι σαφές ποιο είναι το μέγεθος και η επικινδυνότητα, οι άνθρωποι αποφεύγουν να αντιληφθούν ό,τι έχει ήδη συμβεί, τι συμβαίνει στο παρόν και αυτό που μπορεί να συμβεί στο μέλλον. Οι άνθρωποι ταλαντεύονται ανάμεσα στον πανικό και την αδιαφορία, ανάμεσα στην καταστροφολογία και τον σκεπτικισμό ενώ πρέπει να κοιτούν τα πρόσφατα γεγονότα με σχετική αίσθηση συναγερμού και όχι με αφελή αισιοδοξία ή αδιαφορία, αλλά ούτε βέβαια και με ισοπεδωτική καταστροφικότητα.
Κινητοποιούνται πολλοί και διαφορετικοί αμυντικοί μηχανισμοί όπως η σχάση, η διανοητικοποίηση, η απώθηση, η μετατόπιση, η καταστολή και η απάρνηση. Κάθε μια από αυτές τις αμυντικές λύσεις, θέλουν να εμποδίσουν αλλά και να κρύψουν, το άγχος από την συνειδητοποίηση ενός κινδύνου που δεν μπορεί να εκλείψει άμεσα, και μπορεί να είναι η εκδήλωση μιας παλινδρόμησης στην παρανοειδή-σχιζοειδή θέση σύμφωνα με την κλαϊνική ορολογία. Κατά την θέση αυτή, διακινδυνεύουμε να απωλέσουμε την αξία κάθε προληπτικής καταθλιπτικής πράξης ή / και επανορθωτικής και διακυβεύονται οι αρχές της ηθικής και της συμβίωσης, εάν ως ηθική μπορούμε να εννοήσουμε μια συγκεκριμένη ειδική λειτουργία του ψυχισμού που την καθιστά στην πραγματικότητα ανθρώπινη.
Σχετικά με τα παραπάνω, βρίσκω ενδιαφέρουσες τις απόψεις της Αnna Ferruta (2020) που αναδεικνύουν την ευχαρίστηση της προσωπικής ευθύνης, του να αναλαμβάνεις την ανθρώπινη συνθήκη σου ως αντίδοτο και στον φόβο και στην αδιαφορία. Αυτή η ευχαρίστηση και η ικανότητα να επανεγκαθιστά την επαφή και την συναισθηματική εμπειρία της εμπιστοσύνης στον φροντιστή μας και επιτρέπει να ανακαλύψουμε άγνωστες ενέργειες, και να τις χρησιμοποιήσουμε για να ασφαλίσουμε τον εαυτό μας και τους άλλους.
Σε σχέση με την συγχυτική πολυπλοκότητα που ζούμε, υπογραμμίζεται η απόλυτη αναγκαιότητα συνεχούς συζήτησης με άλλες μορφές γνώσης και ειδικότητας, και με άλλες γλώσσες, χωρίς ματαιόδοξες κατακτητικές φιλοδοξίες, αλλά και χωρίς καμία αναζήτηση μιας ολοκληρωτικής αρμονίας, αλλά με μια βεβαιότητα της σπουδαιότητας της ψυχαναλυτικής παιδείας και εμπειρίας, που προσφέρει πηγές, εργαλεία και διεργασίες ικανά για την αντιμετώπιση της πρόκλησης από την πανδημία του κορωνοϊού.
Ο διάλογος μεταξύ διαφορετικών επιστημονικών και πολιτισμικών γλωσσών μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο υπό όρους αλληλοσεβασμού και φιλοξενίας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα ήταν εφικτό να δεχθούμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα άλλων επιστημών και να δομήσουμε ποικίλες και πρωτότυπες μορφές γλωσσών και εμπειριών. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι μορφές αυτές δεν μπορεί να είναι το άθροισμα των αρχικών γλωσσών και εμπειριών: είναι κάτι που έχει προκύψει από αυτές, και έχει τη δική του διαμόρφωση και μια αυτόνομη και πρωτότυπη ζωή.
Μια πιο εξελιγμένη και ανεπτυγμένη χρήση των ατομικών ιδεολογικών, επιστημονικών, πολιτισμικών ή και προσωπικών πεποιθήσεων μπορεί να οδηγήσει σε μη κορεσμένες θέσεις και επιδιορθωτικές τάσεις. Σε αυτές τις τάσεις επικρατεί, μία έγνοια και υπευθυνότητα για τη ζωή και το πεπρωμένο του ατόμου και της κοινότητας (Grinberg & Grinberg, 1975).
Ο Albert Einstein λέγεται ότι είχε γράψει στον πίνακα του γραφείου του στο Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών στο Princeton, New Jersey: «Δεν μπορούν να μετρηθούν όσα μετριούνται, και δεν μετράνε όσα μπορούν να μετρηθούν». H φράση αυτή του Einstein έχει ιδιαίτερη σημασία επειδή τονίζει το ρόλο που παίζουν τα συναισθηματικά υποκειμενικά χαρακτηριστικά στις φυσικές επιστήμες.
Πιστεύω ότι πολλοί επιδημιολόγοι και επιστήμονες που φιλοξενούνται στις τηλεοπτικές συζητήσεις θα έπρεπε να έχουν υπόψη τα λόγια του Einstein. Και αυτό επειδή δεν αντιλαμβάνονται ότι οι ωμές και δραματικές αντικειμενικές περιγραφές της απειλής που αντιμετωπίζουμε δεν λαμβάνει υπόψη την δύναμη των ατομικών και ομαδικών αμυντικών μηχανισμών. Αυτοί οι μηχανισμοί μας εμποδίζουν να συνειδητοποιήσουμε όχι μόνο την αντικειμενική ζημιά αλλά και την ζημιά που μπορεί να προκαλέσουμε.
Το ερώτημα είναι: πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την ισχυρή αντίφαση ανάμεσα στις εικόνες της προόδου, στην ανεξάντλητη και απεριόριστη ανάπτυξη από τη μια, και τις συνεχώς ευρύτερες ζώνες αποκλεισμού (zone rosse, Lockdown zones τις αποκαλούν οι Εγγλέζοι), τον περιορισμό των κοινωνικών μας σχέσεων, την μείωση ακόμα και την απώλεια των κοινών μας συνηθειών, τον «αποκαλυπτικό» (apocalittichο) χαρακτήρα των οικονομικών προβλέψεων, και την ενημέρωση για την προοδευτική αύξηση των θυμάτων η οποία ήταν εντελώς απρόβλεπτη ( και «πέφτει στο κεφάλι μας), από την άλλη ;
O Jacques Press (2019) τονίζει τις μεγάλες δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσουμε μπροστά στην νέα και κρίσιμη πραγματικότητα. Ρωτάει με ποιον τρόπο πρέπει να σκεφτούμε όταν το σπίτι μας καίγεται. Σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ της απαίτησης για μια επείγουσα ενέργεια, σχετικής με την κρίσιμη κατάσταση και την κατάρρευση της ψυχικής μας λειτουργίας και του ιδιαίτερο πλαισίου στο οποίο ζούμε λόγω του ότι είμαστε εμείς οι ίδιοι φορείς της καταστροφής σε εξέλιξη. Επίσης ισχυρίζεται ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος μιας κυριολεκτικής θεωρητικοποίησης, δηλαδή, να εμμένουμε σε ψυχαναλυτικές έννοιες με ένα μη κριτικό τρόπο σε μια κατάσταση που απαιτεί νέους τρόπους σκέψης λόγω της υψηλής της πολυπλοκότητας.
Ο Pierre Fédida (2007) ισχυρίζεται, ότι όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα πραγματικότητα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε νέα εργαλεία, και αυτά τα νέα εργαλεία απευθύνονται τόσο σε αυτά που ξέρουμε όσο και σε αυτά που δεν ξέρουμε σε αυτό το πλαίσιο. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα εργαλεία αυτά προκειμένου να είναι αποδοτικά, πρέπει να βασίζονται σε αυτά που γνωρίζουμε ενώ παράλληλα πρέπει να θεωρούν και τα νέα πλαίσια και να μπορούν να τα διαχειριστούν. Με αυτή την έννοια ο Fédida προτείνει ότι ο ρόλος του ψυχαναλυτή είναι να φανταστεί ότι κάποιος άλλος άνθρωπος έχει βιώσει.
Αυτό σημαίνει να χρησιμοποιεί κανείς τη φαντασία του ακόμα κι αν φαίνεται μπροστά μας σαν μια τρύπα, μια άδεια εικόνα, ένα κενό χωρίς κοιλότητα. Ακόμα πιο ριζοσπαστικά, αυτό σημαίνει να φαντάζεσαι αυτό που έχει εξαφανιστεί και διαλυθεί, τη διαγραφή των ιχνών και των σημείων (Galiani, 2009).
Κατά τον René Kaës (2013), πρέπει να χρησιμοποιήσουμε νέες μεθόδους ανάλυσης, να δημιουργήσουμε νέα διανοητικά εργαλεία, να προτείνουμε νέους τρόπους αντίληψης, ξανά και προαιρετικά, να σκεφτούμε την σχέση με αυτό τον ξένο που διαλέξαμε να είμαστε σαν μια μορφή ύπαρξης στον κόσμο. Αναφέρω μερικές θεωρήσεις Freud (1915, p. 273) για τον πόλεμο. Πιστεύω ότι αντιπροσωπεύουν πολύ καλά τα συναισθήματα που έχουμε κατά την διάρκεια της πανδημίας από τον κορωνοϊό.
Υπάρχουν πολλές περιπλοκές, σύγχυση, και δυσκολίες στο να διατυπώσουμε μια σαφή κρίση.
«Παρασυρμένοι μέσα στη δίνη του τωρινού πολέμου, χωρίς επαρκή πληροφόρηση, βιώνοντας τις μεγάλες αλλαγές που ήδη έλαβαν χώρα ή κυοφορούνται, χωρίς πρόθεση να αποφύγουμε το μέλλον που σκιαγραφείται, είμαστε ανίκανοι να αντιληφθούμε τη σημασία των εντυπώσεων που μας περικυκλώνουν και να προσδιορίσουμε την αξία των κρίσεων που διατυπώνουμε. Ποτέ άλλοτε ένα γεγονός δεν κατέστρεψε, με τόση ένταση, την πολύτιμη κληρονομιά που ανήκει σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, δεν επέφερε τόση σύγχυση στα πλέον φωτισμένα μυαλά και δεν κατέβασε από το βάθρο του ό,τι στεκόταν υψηλά.
Η ίδια η επιστήμη έχασε την αμερόληπτη διαύγειά της. Οι υπηρέτες της, χολωμένοι στον υπέρτατο βαθμό, αναζητούν από αυτήν όπλα ώστε να συνεισφέρουν στη σύγκρουση με τον εχθρό. Οι ανθρωπολόγοι αισθάνονται την ανάγκη να αποδείξουν πως ο αντίπαλος ανήκει σε μία κατώτερη κι εκφυλισμένη φυλή, ενώ οι ψυχίατροι θα διαγνώσουν πως πάσχει από πνευματικές και ψυχικές διαταραχές. Κατά πάσα πιθανότητα, έχουμε την αίσθηση ότι το κακό που μας βρήκε είναι δυσανάλογα ισχυρό και δεν έχουμε το δικαίωμα να το συγκρίνουμε με αντίστοιχα άλλων εποχών που δεν ζήσαμε»***. Στο κείμενο αυτό του 1915, ο Freud επίσης αναφέρει, ότι στη διάρκεια του πολέμου, είναι σύνηθες να δει κανείς μια μείωση των νευρωτικών διαταραχών. Αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία των «επηρεασμένων περιοχών», στις οποίες υπάρχει μια μείωση των υποχονδριακών συμπτωμάτων αφήνοντας χώρο σε μια υγιή και ώριμη κατάσταση, ενίοτε και σε μια αύξηση των συμπτωμάτων πανικού.
Μερικές από τις αποχρώσεις του Freud πάνω στην επίσπευση (anticipazione/anticipatory) του πένθους είναι πολύ διορατικές και μπορούν να συγκριθούν με τις στάση σχετικά με μεταδοτικότητα σαν κάτι που θα οδηγήσει αναπόφευκτα στο θάνατο.
Ο Freud στην αρχή του έργου του ‘Το Εφήμερο’ (1915), όπου περιγράφει μια βόλτα με ένα φίλο και φημισμένο ποιητή, γράφει:
«Στην ανθισμένη καλοκαιρινή ύπαιθρο»... και συνεχίζει «Όσον αφορά στην ομορφιά της φύσης, επανέρχεται με κάθε νέα χρονιά, έπειτα από κάθε καταστροφή που υφίσταται κατά την διάρκεια του χειμώνα, και αυτή η επιστροφή μπορεί να χαρακτηριστεί αέναη εν συγκρίσει με τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής. [...] Το γεγονός ότι ένα λουλούδι δεν ανθίζει παρά μόνο για μία μοναδική νύχτα, δε σημαίνει ότι το άνθος του φαντάζει λιγότερο υπέροχο στα μάτια μας.
Ο Freud αρθρώνει μια θεμελιώδη πλευρά της εμπειρίας της σχετικής με αλλαγές τις οποίες καταναγκαστικά πρέπει να υποστούμε, και στις συνέπειες τους και στους φόβους: το προσδοκώμενο πένθος και ο κίνδυνος της συναισθηματικής απόσυρσης από τα αντικείμενα που βιώνονται ως κατεστραμμένα ή ικανά να καταστραφούν, δηλαδή της ψυχικής κατάστασης που μπορεί να εκδηλωθεί ως απάθεια. Στο έργο του «Το Εφήμερο» θεωρεί ότι το περιβάλλον και συναισθηματικά επενδυμένα αντικείμενα μπορούν να βιωθούν σε μια περίεργη ατμόσφαιρα απώλειας και φόβου του τέλους. Ο ποιητής είναι μόνο ένας παθητικός μάρτυρας μιας πιθανής μελλοντικής καταστροφής και βέβαια βιώνει το πένθος. Αλλά δεν επεξεργάζεται το πένθος: χρησιμοποιεί έναν ναρκισσιστικό μηχανισμό άμυνας για να αποφύγει την επίπονη και αληθινή διεργασία επεξεργασίας του πένθους με την επίσπευση του. Με αυτή την έννοια η ομορφιά έχει χαθεί προκαταβολικά. O Freud δεν το δέχεται αυτό και προτείνει επανόρθωση και αναδημιουργία του εσωτερικού και εξωτερικού εσωτερικού κόσμου. Καταλήγει το δοκίμιο του με τα λόγια αυτά: «Όταν επιτέλους ξεπεράσουμε το πένθος, θα αποδειχθεί ότι η υψηλή αξία που αποδίδουμε στα πολιτιστικά αγαθά μας δεν υπέστη πλήγμα από την εμπειρία της εύθραυστης φύσης τους. Τότε θα ανοικοδομήσουμε όλα όσα κατέστρεψε ο πόλεμος, ίσως σε πιο στέρεο έδαφος και με μεγαλύτερη αντοχή στον χρόνο απ’ ότι προηγουμένως».
Στο έργο του «Η Δυσφορία μέσα στον Πολιτισμό» , ο Freud ισχυρίζεται ότι είναι απαραίτητο να διατηρεί κανείς ατομικά όρια στην δομή του πολιτισμού. Φαίνεται ότι δημιουργεί μια βάση στην ηθική της συνεργασίας και της αλληλεγγύης στην οποία ο καθένας θα πρέπει να συνεισφέρει κάτι για το κοινό καλό. Η μετουσίωση (sublimation), η σωφροσύνη, το μοίρασμα, ο σεβασμός, η φροντίδα, η διαχείριση και η υπευθυνότητα είναι οι αρετές που θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε τις τωρινές δυσκολίες. Όλες αυτές οι αρετές εκφράζουν σε διαφορετικά επίπεδα την αναγκαιότητα μιας αποποίησης των ενορμητικών χαρακτηριστικών στο όνομα του ομαδικών αξιών.
Οι έντονες αναφορές του Freud θα πρέπει να μας συντροφεύσουν και να μας βοηθήσουν, όταν οι κυβερνήσεις και οι επιστημονικές αρχές μας ζητούν να αποκηρύξουμε μερικώς την ελευθερία μας (για παράδειγμα, την μετακίνηση και την φυσική επαφή με άλλα άτομα) στο όνομα του κοινού καλού.
Σε ένα απόσπασμα του τελευταίου κεφαλαίου του έργου «Attention and Interpretation»(1970, p. 125), ο Bion αναφέρεται στην Αρνητική Ικανότητα αναφερόμενος σε μέρος ενός γράμματος τού Άγγλου ποιητή John Keats ,προς τους αδελφούς του George και Thomas της 21ης Δεκεμβρίου1817,σχετικά με το «ποια είναι η αρετή που χρειάζεται ένας Άνδρας Υψηλών Επιδιώξεων». Η Αρνητική Ικανότητα είναι ‘όταν ένα άνθρωπος είναι ικανός να βρίσκεται μέσα σε αβεβαιότητες, μυστήρια και αμφιβολίες, χωρίς να ψάχνει με αγωνιώδη έρευνα γεγονότα και αιτίες’.
Αυτή η «Αρνητική Ικανότητα» επιτρέπει να ανέχεται κανείς τις αποκλείσεις, τις αλλαγές των απόψεων, τις αβεβαιότητες στη διερεύνηση κατάλληλων προληπτικών και θεραπευτικών λύσεων. Είναι μια ικανότητα που μας επιτρέπει να είμαστε ο εαυτός μας και να διατηρήσουμε ζωντανή την επιθυμία να αντιλαμβανόμαστε και να μαθαίνουμε χωρίς να νιώθουμε το κενό με οποιοδήποτε κόστος.
Τα λόγια τους Keats και οι αναφορές του Bion αποτελούν συμβουλές για να αντιμετωπίσουμε τις διακυμάνσεις της ύπαρξης δεχόμενοι την αβεβαιότητα και την πολυπλοκότητα, αποφεύγοντας την αντι-οικονομική ψευδαίσθηση τού να νομίζουμε ότι μπορούμε να διαχειριστούμε αυτό που είναι στην πραγματικότητα μη-διαχειρίσιμο. Αν προσπαθήσουμε εύκολα να μειώσουμε κάτι άγνωστο σε κάτι γνωστό, κάτι που δεν είναι συμβατό σε κάτι που είναι, διατρέχουμε το κίνδυνο να είμαστε συνένοχοι {σε ένα έγκλημα}, με τις αντιστάσεις που σχετίζονται με το άγχος και να απομακρυνθούμε από την μη-άμεση λύση των προβλημάτων.
Ο Bion στο βιβλίο του Transformations (1965), ήδη ανέδειξε ότι το κενό (κανένα πράγμα) είναι μια ένδειξη των ψυχικών λειτουργιών μέσα από τις οποίες είναι δυνατόν να ανεχόμαστε τα όρια της γνώσης από την μια πλευρά, και να αποφεύγουμε τον κορεσμό μέσα από την ψευδοεπιστημονική αλαζονεία από την άλλη. Επιπρόσθετα, δεν μπορούμε να το περιορίζουμε σε τίποτα (nothing) εξαιτίας της ανικανότητάς μας να ανεχτούμε την έλλειψη του κενού (κανένα πράγμα).
Το 1987 ο Bion επιστρέφει στους κινδύνους της μη εφαρμογής της Αρνητικής Ικανότητας στην αναλυτική εργασία:
«Είναι αλήθεια ότι ένα ανθρώπινο όν, όπως η φύση, αποστρέφεται το κενό, δεν μπορεί να το ανεχτεί, και μετά θα προσπαθήσει να το γεμίσει με κάτι που θα τού παρουσιάσει η άγνοιά του. Η μη ανεκτικότητα της ματαίωσης, η δυσαρέσκεια τού να είμαστε αδαείς, η δυσαρέσκεια να έχουμε ένα χώρο που να είναι κενός, μπορεί να πυροδοτήσει μια πρόωρη και ανώριμη επιθυμία να γεμίσουμε το κενό. (…) Με άλλα λόγια, ο αναλυτής στην άσκηση της εργασίας του πρέπει να αποφασίσει αν θα μεταδίδει (θεσπίζει, συλλαμβάνει) μια θεωρία, ή αν θα γεμίσει το κενό με κάτι που δεν διαφοροποιείται από την παραμνησία (deja vu)
Το ερώτημα είναι εάν αυτές οι παραμνησίες, οι απαντήσεις οι άμεσα κατανοητές που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να γεμίσουν το κενό της άγνοιάς μας, οδηγούν σε έναν ακραίο κίνδυνο, εάν οι δυνάμεις του ανθρώπινου ψυχισμού είναι ισοδύναμες με την καταστροφικότητα του». (1987, pp. 301-303).
Περαιτέρω, στο Cogitations (1991, p. 195) ο Bion τονίζει τη σημασία “(…) της επίγνωσης των ασύνδετων στοιχείων και την ικανότητα του ατόμου να ανεχτεί αυτή την επίγνωση.”
Είδαμε ότι οι βαθιοί στοχασμοί του Freud και του Bion αρθρώνονται ρητά και είναι πολύ χρήσιμες για την τωρινή κατάσταση.
Ακριβέστερα, μας επιτρέπουν να σκεφτούμε πως στις σημερινές δυσκολίες τις σχετικές με την πανδημία του κορωνοϊού, είναι απαραίτητο η ψυχανάλυση να έχει το δικό της ρόλο στην ανάπτυξη μιας κοινοτικής ηθικής.
Κάθε γνήσια πρόοδος προκαλεί την ικανότητά μας να ανεχτούμε την αβεβαιότητα της «αλήθειας σε μετάβαση» (Horovitz, 2007), χωρίς να καταφύγουμε ανυπόμονα σε μια οριστική νοηματοδότηση. Μικρές αλήθειες, μόλις μεγαλύτερες από ένα τραύλισμα που υποστηρίζουν μια επιθυμία. Ωστόσο δεν μπορούμε να αποκλείσουμε αυτές τις αλήθειες καθώς στηρίζουν και προωθούν τους ψυχικούς μηχανισμούς. Μπορούν να διερευνηθούν σε βάθος ώστε να είναι χρήσιμες με την προϋπόθεση να μην χάσουν το νόημα τους, δηλαδή να είναι αλήθειες σε μετάβαση προς τη λύση εκείνη των δυσκολιών που απαιτεί χρόνο και υπομονή.
Οι ψυχαναλυτές θα πρέπει να συμβάλλουν ώστε να διατηρηθεί ζωντανή η ικανότητά μας να σκεφτόμαστε και να ονειρευόμαστε ένα καλύτερο μέλλον και πρέπει να ασχοληθούν και να συνεισφέρουν ώστε να δοθεί αξία στην αίσθηση του μέτρου και της σύνεσής, αντιδρώντας στα καταστροφικά συναισθήματα ότι έφτασε το τέλος της Ιστορίας όπως μέχρι τώρα την γνωρίζουμε, που είναι λογικό τέτοιες στιγμές να μας παρασύρουν, βλέποντας με ειλικρίνεια τις αρνητικές πλευρές της ύπαρξής μας και έχοντας την δυνατότητα να τα βιώσουμε με στοχαστική επίγνωση μέσα από την συνεχή και υπομονετική εργασία της συμβολοποίησης.
Ο Italo Calvino μέσω του Marco Polo στο τέλος των “Le città invisibili” (Οι Αόρατες Πόλεις) λέει: «Η κόλαση των ζωντανών δεν είναι κάτι που θα υπάρξει, αν υπάρχει μιά, είναι αυτή που βρίσκεται ήδη εδώ, η κόλαση που κατοικούμε κάθε μέρα, που φτιάχνουμε με το να ζούμε μαζί. Δύο τρόποι υπάρχουν για να γλυτώσεις από το μαρτύριό της. Ο πρώτος είναι εύκολος σε πολλούς: δέξου την κόλαση και γίνε μέρος της έτσι που να μην την βλέπεις πιά. Ο δεύτερος είναι επικίνδυνος κι απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση και γνώση: ψάξε και μάθε ν' αναγνωρίζεις ποιός και τι στην μέση της κόλασης, δεν είναι κόλαση κι αυτά κάνε να διαρκέσουν, δώσε τους χώρο».
* Ο dr Cosimo Schinaia είναι ψυχίατρος – ψυχαναλυτής , διδάσκων αναλυτής της Ιταλικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας και της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης. Η ιστοσελίδα της ΕΨΕ φιλοξένησε στη στήλη ‘’ ΔΙΑΛΟΓΟΙ’’ συνέντευξή του στο Δημήτρη Μαλιδέλη , σχετικά με την ψυχανάλυση και την οικολογική κρίση . Πολλά άρθρα του σχετικά με την πανδημία του κορωνοϊού , - μεταξύ των οποίων και το παρόν- δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης.
** Ο Δημήτρης Μαλιδέλης είναι κλινικός ψυχολόγος –ψυχαναλυτής , μέλος της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας και της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης.
*** Η μετάφραση /απόδοση του αποσπάσματος έγινε από τον καθηγητή Φιλοσοφίας και εκπαιδευόμενο μέλος της ΕΨΕ , Παναγιώτη Παπαδόπουλο
Βιβλιογραφία
- Bion, W.R. (1965). Transformations. London: Heinemann.
- Bion, W. R. (1970), Attention and Interpretation. London: Karnac, 1984.
- Bion, W.R. (1977). Emotional turbulence. In: F. Bion (Ed.), Clinical Seminars and Other Work (pp. 223-233). Abingdon: Fleetwood Press.
- Bion, W. R. (1992). Cogitations. F. Bion (Ed.). London: Karnac.
- Calvino, I. (1972), Le città invisibili. Milano: Mondadori, 1993. Ελληνική έκδοση Οι αόρατες πόλεις έκδ. Οδυσσέας 1983.
- Cameron, W. B. (1963). Informal Sociology: A Casual Introduction to Sociological Thinking. New York: Random House.
- Fédida, P. et al. (2007), Umano/Disumano. Trad. it. Roma: Borla, 2009.
- Ferruta, A. (2020), Coronavirus: una Sfinge del nostro tempo. Website del Centro Milanese di Psicoanalisi. https://www.cmp-spiweb.it/coronavirus-una-sfinge-del-nostro-tempo.
- Freud, S. (1915), Thoughts for the times on war and death. S.E., 8: 273-300. London: Hogarth.
- Freud, S. [1916 (1915)]. On transience. S.E., 14: 303-307. London: Hogarth. [ Στα ελληνικά : «Το εφήμερο» στον τόμο, Ο Ντοστογιέφσκυ και η Πατροκτονία , (2014) , εκδόσεις Πατάκη]
- Φρόϋντ, Σ. « Η δυσφορία στον πολιτισμό» , (2013) , εκδόσεις Πλέθρον
- Galiani, Riccardo (2009), “Introduzione all’edizione italiana”, in Fédida, (pp. 5-24), op. cit.
- Grinberg, L. & Grinberg, R. (1975), Identità e cambiamento. Trad. it. Roma: Armando, 1976.
- Horovitz, M. (2007), “Transfert et vérité » in F. Guignard e Th. Bokanowski, (ed.), Actualité de la pensée de Bion (pp. 44-51). Paris: Editions in Press.
- Kaës, R. (2013), “Malessere sociale e malessere individuale: alleati o nemici?”, Report Seminar AFPP CSMH – AMHPPIA SIPP SPI “Malessere sociale e malessere individuale: alleati o nemici?”, Centro Psicoanalitico Florence, 13 April. https://www.spi-firenze.it/category/eventi/archivio-relazioni.
- Press, J. (2019), “Psychanalyse et crise environnementale”, in L. Magnenat, (ed.), La crise environnementale sur le divan (pp. 261-270) . Paris: In Press.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Ανδρέας Γκορίνης / επιτροπή ιστοσελίδας και ηλεκτρονικών εκδόσεων ΕΨΕ
Marilia Aisenstein : ανταπόκριση από το Παρίσι
Η Marilia Aisenstein (MA) συνομιλεί με τον Harvey Schwartz (HS)
(μετάφραση – επιμέλεια : Ανδρέας Γκορίνης )
Η συνομιλία της Μarilia Aisenstein, διδάσκουσας αναλύτριας της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας και της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας των Παρισίων, με τον Harvey Schwartz , καθηγητή Ψυχιατρικής και διδάσκοντα αναλυτή της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας της Νέας Υόρκης , πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της σειράς διαδικτυακών συνομιλιών ‘ Οff the Couch’ που φιλοξενεί η ιστοσελίδα της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης. Η συνέντευξη δόθηκε με αφορμή την τρέχουσα πανδημία από τον κορωνοϊό.
H μετάφρασή της στα Ελληνικά και η ανάρτησή της στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας , έγινε μετά από την ευγενική άδεια της M. Aisenstein , την οποία ευχαριστούμε θερμά.
H.S.: Μαρίλια, καλώς όρισες σε αυτή τη σειρά διαδικτυακών συναντήσεων. Είναι πολύ ευχάριστο να συμμετέχεις σε αυτή την προσπάθεια. Όπως όλοι γνωρίζουμε, οι πόλεις σε όλο τον κόσμο βρίσκονται σε καραντίνα. Πόλεις, μικρές και μεγάλες, και χωριά βρίσκονται σε αυτή τη συνθήκη. Πρέπει να πω ότι αν και έχω επισκεφτεί το Παρίσι ως τουρίστας, η εικόνα της πόλης του Φωτός άδεια με ξαφνιάζει για το πόσο εύγλωττη και εμβληματική είναι αυτής της μοναδικής κρίσης στην οποία βρισκόμαστε. Δεν γνωρίζω πόσο πολύ έχεις κυκλοφορήσει στην πόλη σου πρόσφατα, αλλά θα μπορούσες να μοιραστείς μαζί μας αυτά που γνωρίζεις για το ποια είναι η κατάσταση στην πόλη; Και στη συνέχεια θα μιλήσουμε για την ψυχαναλυτική κοινότητα και για την κλινική σου εργασία.
M.A.: Σε ευχαριστώ Harvey για αυτή τη συνέντευξη. Θα σου πω αμέσως ότι το Παρίσι είναι μια πράσινη έρημος. Απόλυτα εντυπωσιακό. Δεν το έχω δει ποτέ έως τώρα τόσο άδειο. Δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, δεν κυκλοφορούν πεζοί. Σιωπή. Και μερικοί άνθρωποι, πολύ λίγοι, βγάζουν τα σκυλιά τους βόλτα, προσπαθούν να τρέξουν, κρατώντας αποστάσεις μεταξύ τους. Και τα καταστήματα είναι κλειστά, όλα είναι κλειστά. Μπορείς μόνο να βγεις, για να αγοράσεις φαγητό. Και χρειάζεται να έχεις ένα χαρτί που το υπογράφεις ο ίδιος εξηγώντας γιατί βγαίνεις έξω, σε περίπτωση που ερωτηθείς από την αστυνομία. Λοιπόν, δεν είναι μια επίσημη άδεια, γιατί εξουσιοδοτείς τον εαυτό σου, αλλά θα πρέπει να νιώθεις μέσα σου ότι αυτό είναι απολύτως χρήσιμο για σένα. Μπορώ να πάω στο γιατρό, στο φαρμακείο, να αγοράσω φαγητό. Αυτά είναι τα πράγματα που επιτρέπονται να κάνουμε.
Τώρα, θα σου πω ότι έχω εντυπωσιαστεί πολύ, γιατί, ξέρεις, οι Γάλλοι συνήθως δεν υπακούν. Και τώρα αισθάνομαι και βλέπω ότι είναι πολύ συμμορφωμένοι και μοιάζει να δείχνουν μεγάλη αίσθηση κοινωνικής ευθύνης. Αυτό είναι πολύ εντυπωσιακό και πολύ καινούριο για εμένα. Φαντάζομαι ότι αυτό οφείλεται στη σοβαρότητα της κατάστασης. Γιατί στην αρχή, ξέρεις, όλοι, συμπεριλαμβανομένου και εμού, λέγαμε ότι είναι κάτι μικρό, εντάξει, είναι μια επιδημία, αλλά θα περάσει. Αλλά η σοβαρότητα της κατάστασης μας εξηγήθηκε από τον πρόεδρο της δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό που μας μίλησαν χθες για το πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι ο κορωνοϊός και φυσικά…μάθαμε, το πρωί, ότι ένας πρώην υπουργός, που είχε συνταξιοδοτηθεί, αλλά ήταν μόνο 74 ετών, πέθανε στο νοσοκομείο, εξαιτίας του κορωνοϊού.
H.S.: Και εγώ το διάβασα.
M.A.: Και αυτό κάνει τον καθένα να φοβάται, σκέφτομαι. Είμαι πολύ υπάκουη.
H.S.: Υπογραμμίζεις τη σημασία του να υπάρχουν πολιτικοί ηγέτες που έχουν τη σύνεση και την ωριμότητα να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους επικίνδυνες καταστάσεις.
M.A.: Ναι, απολύτως. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ναι, είναι.
H.S.: Μπορείς να μας πεις πώς αντέδρασε η ψυχαναλυτική κοινότητα σε αυτή την κρίση;
M.A.: Λοιπόν, ξέρεις, οι ψυχαναλυτές, όπως όλοι, νομίζω ότι είναι φοβισμένοι. Η διαφορά είναι ίσως ότι έχουμε λιγότερες άμυνες από κάποιον άλλον που δεν έχει κάνει ανάλυση. Έτσι, πιθανόν να είμαστε περισσότερο φοβισμένοι από τους ασθενείς μας. Και ίσως αυτό είναι ένα σημαντικό σημείο. Έτσι, η ψυχαναλυτική κοινότητα, όπως, φυσιολογικά, ο υπόλοιπος πληθυσμός, αντέδρασε με τον ίδιο τρόπο. Ο καθένας μας άκουσε πολύ προσεκτικά όλες τις συστάσεις και αρχίσαμε όλοι εδώ και περίπου δέκα ημέρες να βλέπουμε τους ασθενείς μας διαδικτυακά. Κάποιοι Αμερικανοί ψυχαναλυτές είναι εξοικειωμένοι με αυτό, αλλά για την γαλλική ψυχανάλυση αυτό είναι κάτι πολύ καινούριο, γιατί μπορώ να σου πω ότι για τη γαλλική ψυχανάλυση….θα λέγαμε ότι η ανάλυση μέσω Skype ήταν πρακτικά μια αμαρτία.
H.S.: Λοιπόν, έχω αυτή την εντύπωση για τους Γάλλους ψυχαναλυτές.
M.A.: Ναι, βεβαίως. Και τώρα λέμε στους ασθενείς μας να έρθουν να βρεθούμε διαδικτυακά. Οι ασθενείς αντέδρασαν με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο. Γιατί μερικοί, οι δικοί μου ασθενείς… μία νεαρή γυναίκα που ήταν σε ανάλυση εδώ και πέντε ή έξι μήνες, μου είπε, και εκτίμησα την απάντησή της, ότι φοβόταν τόσο πολύ να έρθει στην ανάλυση, και ότι εκτίμησε το καινούριο πλαίσιο, και ένιωθε άνετα στο πλαίσιο που ήξερε, «και έτσι προτιμώ να μην αλλάξω αυτό το πλαίσιο και να επιστρέψω, όταν τελειώσει η πανδημία». Αυτή είναι μια αντίδραση τώρα.
H.S.: Εντάξει.
M.A.: Μερικοί άνθρωποι, από τη μια μέρα στην άλλη, δεν μπορούσαν να πάνε από το ένα μέρος στο άλλο. Γιατί τώρα δεν μπορείς να πας από το Παρίσι στη Ντοβίλ. Είσαι υποχρεωμένος να μείνεις στη δική σου πόλη. Έτσι, από τη στιγμή που λήφθηκε αυτή η απόφαση, πολλοί συνάδελφοί μου προτίμησαν να απομονωθούν στο εξοχικό τους και να βλέπουν τους ασθενείς τους διαδικτυακά. Φυσικά έχουν τον κήπο τους και τα πλεονεκτήματα του να είσαι στην εξοχή. Αυτό σημαίνει ότι… δύο από τους εποπτευόμενούς μου που μου τηλεφωνούν εβδομαδιαίως, δεν ζουν πλέον στο Παρίσι, αλλά βλέπουν τους ασθενείς τους.
H.S.: Τους βλέπουν διαδικτυακά;
M.A.: Τους βλέπουν διαδικτυακά. Τώρα, θα σου πω κάποιες σκέψεις μου για το πώς χειρίζομαι κάποια ζητήματα για τη διαδικτυακή σύνδεση. Πρώτα από όλα, ανακάλυψα πως οι ασθενείς που ζήτησαν Skype αντί για τηλέφωνο πιθανόν είχαν απλά την ανάγκη να δουν, να επιβεβαιώσουν ότι ήμουν ζωντανή. Οπότε, τι θα κάναμε με τις συνεδρίες; Γιατί εγώ, πρέπει να σου πω, προτιμώ το τηλέφωνο. Τους ρώτησα εάν συμφωνούσαν, και όλοι συμφώνησαν, τους είπα εάν θα ήθελαν να συνδεθούμε στο Skype, να χαιρετηθούμε και μετά να κλείσουμε την κάμερα.
H.S.: Σαν να έρχονταν και να ξάπλωναν στο ντιβάνι.
M.A.: Ακριβώς. Και κάνουμε το ίδιο στο τέλος της συνεδρίας, για να αποχαιρετιστούμε. Γιατί, προσωπικά, αισθάνθηκα έντονα την επιθυμία να τους δώσω σε αυτή την παράδοξη συνθήκη ένα πλαίσιο, αυτό είναι μέρος του πλαισίου. Σαν μέρος του πλαισίου τους ζήτησα να βρίσκονται πάντα στον ίδιο χώρο, όταν με καλούν, και είπα ότι μπορούν να είναι στο γκαράζ τους, στο αυτοκίνητό τους, στην κουζίνα τους. Δεν με πειράζει. Αλλά παρακαλώ βρείτε έναν χώρο όπου να αισθάνεστε άνετα να γίνονται οι συνεδρίες και μην τον αλλάζετε.
H.S.: Οπότε προτείνετε τις σωματικές όψεις του πλαισίου στους ασθενείς σας.
M.A.: Ακριβώς.
H.S.: Αυτό είναι αξιοσημείωτο.
M.A.: Δεν ξέρω, αλλά βλέπετε το αισθάνθηκα έτσι. Για να συνεχίσω, επιλέγουν το πλαίσιο, αλλά μετά αισθάνονται το πλαίσιο με το σώμα τους
H.S.: Αλλά, επίσης, αισθάνονται το πλαίσιο του να τους λέτε τι να κάνουν, που μοιάζει, υπό μία έννοια, με αυτό που κάνετε, όταν τους καλείτε στο γραφείο σας. Τους παρέχετε το πλαίσιο και τώρα τους λέτε ότι δεν χρειάζεται να αποφασίζουν κάθε φορά για το πώς και πού θα γίνει. Σας προτείνω τον τρόπο με τον οποίο θα ήθελα να γίνει. Και αυτό γίνεται μέρος του πλαισίου επίσης. Ακολουθούν την πρότασή σας.
M.A.: Ναι, ακριβώς.
H.S.: Θα ήθελα να επιστρέψω σε αυτό που είπες πριν για την αμαρτία, για αυτό που πρεσβεύει η γαλλική ψυχανάλυση, με ξαφνιάζει, ως χρήσιμο για όλους μας, ότι τα πράγματα που θεωρούσαμε ότι ήταν αμαρτίες ή αν όχι ακριβώς αμαρτίες ήταν αστοχίες, τώρα είναι αντικείμενο αμφισβήτησης σε πολλούς τομείς της ζωής γενικά και σίγουρα στην κλινική πρακτική. Και, ενδεχομένως, όταν βγούμε από αυτή την κατάσταση, με όποιο τρόπο βγούμε από αυτή, θα είμαστε διστακτικοί ως προς το να κάνουμε προσηλυτισμό σχετικά με το τι θεωρούμε αμαρτία και τι όχι, γιατί θα έχουμε μάθει ότι αυτό για το οποίο ήμασταν βέβαιοι ότι ήταν ασύμβατο με μια καλή κλινική εργασία, ιδού, μπορούμε να κάνουμε σημαντική κλινική δουλειά.
M.A.: Ναι, συμφωνώ απόλυτα. Και αναρωτιόμουν πώς θα επιστρέψουμε στις συνεδρίες, γιατί έχουμε ασθενείς που έρχονται από πολύ μακριά. Χρησιμοποιούν το μετρό. Κολλάνε στην κίνηση. Πώς θα τους εξηγήσουμε ότι πρέπει να επιστρέψουν
H.S.: Σωστά.
M.A.: Και αυτό με κάνει να σκεφτώ, ξέρεις, ότι είχα με τον Shmuel Erlich[1] και με έναν Λατινοαμερικάνο συνάδελφo μια συνεργασία…μας ζητήθηκε από τον Clode Eizirik[2]… να καταγράψουμε τους κανόνες της Διεθνούς Ψυχαναλυτική Ένωσης (IPA) για την ανάλυση μέσω Skype και είπαμε ότι θα θέλαμε να έχει αρχίσει η θεραπεία τουλάχιστον ένα μήνα πριν από κοντά και μετά θα μπορούσε να συνεχιστεί μέσω Skype, αλλά με συνεδρίες από κοντά τουλάχιστον κάθε τρεις μήνες για μία εβδομάδα. Γιατί είναι σημαντική η σωματική διάσταση της θεραπείας.
H.S.:Ασφαλώς. Ο τρόπος που εγώ το διατυπώνω είναι ότι είναι σημαντικό να μπορείς να γνωρίζεις τη μυρωδιά των ασθενών σου.
M.A.: Απολύτως, απολύτως.
H.S.: Μπορείς να μοιραστείς μαζί μας συγκεκριμένα κλινικά παραδείγματα που αναδεικνύουν αυτό το ζήτημα, όχι μόνο της διαδικτυακής συνθήκης στην κλινική εργασία, αλλά επίσης πώς είναι για σένα να βρίσκεσαι σε αυτό τον κοινό, τρομαχτικό χώρο με τους ασθενείς σου;
M.A.: Ναι. Όπως είπα προηγουμένως, νομίζω πως εντυπωσιάστηκα μετά από δέκα ή είκοσι ημέρες αυτής της νέας πρακτικής, εντυπωσιάστηκα ότι οι ασθενείς δείχνουν πολύ λιγότερο φοβισμένοι από ότι είμαστε εμείς πιθανόν. Γιατί αυτοί που συνεχίζουν, υπάρχει μια απόλυτη συνέχεια ανάμεσα στις προηγούμενες συνεδρίες και στις τωρινές και αυτό με έχει βάλει σε σκέψεις. Σκέφτομαι ότι ενδεχομένως τα αμυντικά συστήματα λειτουργούν και μερικές φορές υπάρχει κάποιου είδους άρνηση.
H.S.: Και αυτό είναι πάντα ένα κλινικό ζήτημα. Αναφέρεσαι σε αυτή την άρνηση ή όχι; Υπάρχει υγιής άρνηση και υπάρχει και η άρνηση, όπως βιώνεται στην κλινική συνθήκη.
M.A.: Και ξέρεις Harvey, αυτό που με ενδιαφέρει ειδικότερα, όταν ένας από τους επόπτες μου, με τον οποίο εργάστηκα πολύ στη ζωή μου, και ο οποίος ήταν κατά κάποιο τρόπο μέντορας για εμένα, έγραψε ότι σε μερικές δύσκολες περιπτώσεις, και εννοούσε περιπτώσεις όπου η ζωή του ασθενούς είναι σε κίνδυνο, λόγω σωματικής ασθένειας ή ο αναλυτής είναι σε κίνδυνο, λόγω σωματικής ασθένειας, αλλά τώρα μπορούμε αυτό να το επεκτείνουμε σε αυτή την κατάσταση, η αναλυτική εργασία χρειάζεται μια από κοινού άρνηση.
H.S.: Πες μου πώς το καταλαβαίνεις αυτό;
M.A.: Το κατανοώ αυτό ως εξής, εάν ήμασταν ασθενής και αναλυτής και σκεφτόμασταν ότι κάποιος από τους δύο έχει έναν γενικευμένο καρκίνο και ότι πιθανόν θα πεθάνει σε λιγότερο από έναν χρόνο, νομίζω ότι δεν θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να είμαστε αναλυτές
H.S.: Ή θα μπορούσαμε να είμαστε αναλυτές απευθυνόμενοι στις τωρινές ανάγκες του ασθενούς.
M.A.: και όχι στα ψυχικά μηνύματα.
H.S.: Και αισθάνεσαι ότι ο αναλυτής χρειάζεται μια μικρή άρνηση για τον ίδιο και για τον ασθενή του. Ο ασθενής χρειάζεται μια μικρή άρνηση για τον εαυτό του και για τον αναλυτή του.
M.A.: Απολύτως. Νομίζω ότι πρέπει να επινοήσουμε μία καινούρια έννοια. Σκεφτόμουν σήμερα το πρωί, καθώς σκεφτόμουν τη συνάντησή μας, μία ήπια από κοινού άρνηση (soft community of denial).
H.S.: Μου αρέσει. Μία ήπια από κοινού άρνηση. Καταπληκτικό.
M.A.: Μία ήπια από κοινού άρνηση, δεν ξέρω πώς αλλιώς να το θέσω.
H.S.: Θα το βάλουμε στους τίτλους της αναμετάδοσης. Είναι καταπληκτικό.
Μαρίλια, αυτή είναι μια πολύ δύσκολη στιγμή, και είσαι μεγαλύτερη και είναι ακόμα πιο δύσκολο για σένα. Τι είναι αυτό που σε κρατάει αυτή την περίοδο; Ξεκάθαρα είναι η δουλειά σου. Εννοώ ότι σκέφτεσαι καινούριες έννοιες και διατυπώνεις νέες ιδέες σε αυτή την περίοδο κρίσης. Προφανώς, έχεις επενδύσει και είσαι πολύ ζωντανή σε αυτό. Είναι αυτό που σε κρατάει;
M.A.: Ναι, το πιστεύω πραγματικά. Καταρχάς, βάζω πρώτη τη λογοτεχνία. Είμαι φανατική αναγνώστρια της λογοτεχνίας. Αγαπώ τη γιαπωνέζικη λογοτεχνία. Τη διαβάζω πολύ. Και τώρα ανακαλύπτω την αφρικάνικη λογοτεχνία, η οποία είναι πολύ καινούρια. Μπορώ να σου πω ότι είναι δύο ή τρεις Νιγηριανοί συγγραφείς, οι οποίοι είναι πολύ σπουδαίοι.
H.S.: Θα σε πείραζε να αναφέρεις τα ονόματά τους;
M.A.: Είναι τόσο περίπλοκα. Ναι, μία ονομάζεται Adichie[3] και έγραψε ένα βιβλίο που λέγεται «Americanah». Αξιόλογο βιβλίο. Οπότε, η λογοτεχνία, η δουλειά μου, γιατί εργάζομαι, και τώρα γράφω ένα άρθρο για το International Journal για την επανάληψη. Όχι μόνο για τον καταναγκασμό να επαναλαμβάνεις, αλλά και για τη γαλλική άποψη του καταναγκασμού της επανάληψης. Οπότε, έχω αυτά. Και πρέπει να σου πω επίσης ότι μου αρέσει να μαγειρεύω. Μαγειρεύω, και αυτό που ήταν στην αρχή τραγικό για μένα, γιατί μαγείρευα και δεν ήξερα τι να κάνω, οπότε τώρα μαγειρεύω τρόφιμα που μπορώ να κρατήσω στην κατάψυξη, φτιάχνω μαρμελάδες, κομπόστες. Λοιπόν κάνω τέτοια πράγματα. Και όταν φτιάχνω κάτι άλλο, το οποίο πρέπει να φαγωθεί, δίνω και στους γείτονές μου και δημιουργείται μια ωραία κοινότητα, που είναι κάτι καινούριο. Δύο από τους γείτονές μου φτιάχνουν σούπα και μου στέλνουν και εγώ φτιάχνω μαρμελάδα και τους δίνω. Και αυτό είναι πολύ καλό, γιατί νομίζω ότι δείχνει αυτό που ο πολύ γνωστός Έλληνας ποιητής Ελύτης έγραψε, κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν είναι κρίμα ότι χρειαζόμαστε καταστροφές , για να δείξουμε την ανθρωπιά μας;
H.S.: Μαρίλια, ακούγοντάς σε να μιλάς, ακόμα και για τόσο λίγο χρόνο, υπάρχει μια σειρά εικόνων που έχεις μοιραστεί μαζί μου και με τους ακροατές. Ξεκινήσαμε με την άδεια εικόνα του Παρισιού, κενή με τη χειρότερη σημασία του όρου, και καλύψαμε τη ζωντάνια που έχει η σκέψη για τους ασθενείς σου, με τη δική σου που φέρνει νέες ιδέες για την αναλυτική εργασία με τους ασθενείς σου. Και μετά, μας μίλησες όχι μόνο για την ευχαρίστηση του μαγειρέματος, που μας είναι οικεία, αλλά και για την ευχαρίστηση του μοιράσματος στην κοινότητα. Και αυτό είναι ένα μάθημα για όλους μας. Να αντέχουμε την κενότητα που όλοι αισθανόμαστε και να είμαστε πιο επιεικείς στο πώς αντιλαμβανόμαστε την έννοια της αμαρτίας, και να υποδεχόμαστε την ευχαρίστηση, τόσο των αισθήσεων όσο και του μοιράσματος που μας ανέδειξες. Σε ευχαριστώ για τη συζήτηση και για τη διαρκή συνεισφορά σου στη δουλειά μας.
M.A.: Σε ευχαριστώ, Harvey.
(Σε αυτό το σύνδεσμο μπορείτε να ακούσετε και την συνομιλία στα Αγγλικά: http://ipaoffthecouch.org/2020/03/31/episode-43-a-report-from-paris-with-marilia-aisenstein/?fbclid=IwAR2jb8LrlTHlYce2zGOavupQnowLEq54ZqEZxKB05joSWaeoagu9zXeX0d4 )
Σημειώσεις του επιμελητή
[1] Shmuel Erlich : Ισραηλινός ψυχαναλυτής , διδάσκων αναλυτής της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας του Ισραήλ , πρώην εκπρόσωπος της Ευρώπης στο συμβούλιο αντιπροσώπων της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης. Έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη μελέτη του ψυχικού τραύματος και των ομαδικών φαινομένων.
[2] Claudio Eizirik : Βραζιλιάνος ψυχαναλυτής , διδάσκων αναλυτής της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας του Πόρτο Αλέγκρε , πρώην πρόεδρος της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης.
[3] Chimamanda Ngozi Adichie : Νιγηριανή συγγραφέας. Το βιβλίο της «Americanah» εκδόθηκε το 2013 και αναφέρεται στα προβλήματα φυλετικών διακρίσεων που αντιμετωπίζουν οι έγχρωμοι στις ΗΠΑ. Το 2019 βραβεύτηκε για το έργο της από το πανεπιστήμιο Yale.
Σ. Μανωλόπουλος, Α. Χριστοπούλου: H φύση και το μεγαλείο της μπορεί να μας μικρύνει και να μας φέρει στο πραγματικό μας μέγεθος
Η επιδημία του κορωνοϊού και ο θάνατος των διπλανών μας κινητοποίησε τη βαθιά αγάπη για ζωή και την ανάγκη για δεσμούς που καθιστούν την Πόλη φυσικό φαινόμενο και τον άνθρωπο πολιτικό ζώο. Μάς έφερε αντιμέτωπους με την ανθρώπινη συνθήκη του αβοήθητου αλλά και την αίσθηση της εμπιστοσύνης και της ηθικής ευθύνης προς τον διπλανό μας που μας δίνει το κουράγιο να αντέχουμε με υπομονή την πραγματικότητα.
Ο διεθνώς καταξιωμένος βραζιλιάνος ψυχαναλυτής Claudio Eizirik, πρώην πρόεδρος της IPA – που είχε μια συνάντηση εργασίας με την κοινότητα των συναδέλφων του στο χώρο της ψυχικής υγείας, στην Αθήνα στις 10 Ιανουαρίου 2020 – έδωσε στην κ. Αγγελική Σπανού μια συνέντευξη, η οποία μεταφράστηκε από τον κ. Γιώργο Βάσσο και δημοσιεύθηκε από τον Βασίλη Βενιζέλο στις 22 Απριλίου 2020 στην Athens Voice.
Στο ερώτημα να περιγράψει τις αλλαγές που έφερε στην ζωή μας η πανδημία απάντησε:
«Η πανδημία Covid 19 είναι ένα τραύμα στο ναρκισσισμό και την αλαζονεία της ανθρωπότητας. Πιστεύαμε στη διαρκή πρόοδο της επιστήμης και στην απόλυτη ικανότητά μας να αντιμετωπίζουμε πολλών ειδών προκλήσεις. Αλλά κάποτε ο Φρόιντ μας είχε διδάξει ότι η φύση και το μεγαλείο της μπορεί να μας μικρύνει και να μας φέρει στο πραγματικό μας μέγεθος: Είμαστε ευάλωτα και απροστάτευτα πλάσματα που σπαταλάμε το χρόνο μας κυρίως σε διαμάχες και μάχες για εξουσία, χρήμα, δόξα, φήμη, όπως επίσης για την καταστροφή του κοινού μας σπιτιού, του πλανήτη μας, της Γης, των φυσικών της πόρων και της άγριας ζωής. Αυτός ο τρομερός ιός είναι δημοκρατικός μέσα στο κακό που προκαλεί. Δεν ξεχωρίζει τα θύματά του ανάλογα με το φύλο, τη θρησκεία, την ηλικία, τον πλούτο ή τη φτώχεια, δεν ακολουθεί τις διχοτομήσεις με τις οποίες μας αρέσει να κατηγοριοποιούμε τους ανθρώπους. Από τη μια άκρη του κόσμου ως την άλλη είμαστε μάρτυρες του καλύτερου και του χειρότερου στην ανθρώπινη φύση: από τη μια αλληλεγγύη, γενναιοδωρία, προσφορά, αφοσίωση στο λειτούργημά τους από τους επαγγελματίες του συστήματος υγείας. Από την άλλη ψέματα, απληστία, ανικανότητα ηγεσίας και συντονισμού των προσπαθειών, αγώνας για εξουσία. Αυτή η δεύτερη ομάδα αποτυχίας και πολύ συχνά εγκληματικής αμέλειας είναι η κοινή παράδοση εθνικών ηγεσιών σε πολλά μέρη του κόσμου, στις λεγόμενες δημοκρατίες ή σε δικτατορικά καθεστώτα, όπως για παράδειγμα η Κίνα.»
Στο ερώτημα αν αφορά την ψυχανάλυση ο ιός, απάντησε:
«Η ψυχανάλυση δείχνει αξιοσημείωτη αντίδραση στην πανδημία. Πρώτα-πρώτα ο βασικός της θεσμός, η Διεθνής Ψυχαναλυτική Ένωση (ΙΡΑ), προσφέρει ανοιχτές συζητήσεις και διαδικτυακά σεμινάρια, σε σχέση με τις βασικές συνέπειες της πανδημίας στον ψυχισμό αλλά επίσης για την πρακτική βοήθεια στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας. Έπειτα, σχεδόν σε όλες τις χώρες όπου υπάρχουν ενώσεις ψυχαναλυτών δραστηριοποιούνται ομάδες για να προσφέρουν συναισθηματική στήριξη στην κοινωνία και στους εργαζόμενους στο χώρο της ψυχικής υγείας. Σε όλες τις χώρες, οι αναλυτές δεν σταματούν να βλέπουν τους ασθενείς τους, με συνεδρίες online, και με διαφορετικούς τρόπους για τη συνέχιση της θεραπείας. Σε όλες τις χώρες και τις περιοχές οι αναλυτές ακολουθούν προσεκτικά τις οδηγίες του ΠΟΥ παρά τις ισχυρές προσπάθειες να υποβαθμιστεί η ανάγκη της κοινωνικής απόστασης από παράγοντες σε πολλούς τομείς της οικονομίας και μερικές δυσλειτουργικές κυβερνήσεις. Θα μάθουμε κάτι, όταν ο εφιάλτης τελειώσει, σχετικά με την ποιότητα της ζωής, τις υπηρεσίες υγείας και ενός καλύτερου τρόπου συνύπαρξης με τον εαυτό μας, με τους άλλους και με τη φύση; Ειλικρινά ελπίζω ότι η απάντηση θα είναι θετική ακολουθώντας τη συμβουλή του Φρόυντ να μη χάνουμε ποτέ την έλλογη αισιοδοξία».
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ - ΤΗΛΕΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΣ
Απαντώντας στην πρόσκληση των προσφιλών μου εκδόσεων «Νήσος»[1] για μια πρώτη ηλεκτρονική συγκέντρωση ιδεών γύρω από το θέμα του εγκλεισμού που μας επιβλήθηκε λόγω της πανδημίας, θα θίξω κάποια θέματα όπως αυτά προκύπτουν από την άσκηση της ψυχανάλυσης και της ψυχαναλυτικής θεραπείας «εκ του μακρόθεν», τηλεφωνικά ή οπτικοακουστικά. Ο σκοπός μου είναι να δείξω κυρίως τι από τη «νέα πρακτική» φωτίζει βασικά σημεία της ανθρώπινης συνάντησης που ισχύουν πέρα από κάθε πλαίσιο (θεραπευτικό, ακαδημαϊκό, επαγγελματικό, ερωτικό, οικογενειακό) όπως αυτά τονίστηκαν είτε λόγω της εντονότερης παρουσίας τους ή λόγω της δύναμης της απουσίας τους.
Εντονότατα εμφανίστηκε το ζήτημα ότι για να «κρατηθεί» η δυνατότητα παραγωγής νέας «σκέψης» μέσα σε μια ασαφή βιολογική και κοινωνική κρίση, και μάλιστα σκέψης που ως λόγος εκφερόμενος έχει θεραπευτική αποτελεσματικότητα, χρειάζεται η ύπαρξη ενός δικτύου που θα υποστηρίζει τα σκεπτόμενα υποκείμενα, τους ψυχαναλυτές, στην περίπτωση που εξετάζουμε. Απαιτείται μια βασική τριάδα: θεσμική υποδομή, το αίτημα μιας «ανοιχτής θεωρίας» και το αξίωμα του «μεθύστερου» για την παραγωγή μιας θεωρίας που τείνει προς την «αλήθεια». Ας δούμε τη διαδρομή μέσα στο διεθνές δίκτυο των ψυχαναλυτών και τις συνεπαγωγές της.
Η Διεθνής Ψυχαναλυτική Ένωση (International Psychoanalytic Association), οι επιμέρους Ομοσπονδίες ανά ήπειρο που την συγκροτούν και οι ανά χώρα Ψυχαναλυτικές Εταιρείες έδειξαν ότι δεν αποτελούν μόνο θεσμικά όργανα αλλά ζωντανό δίκτυο «εταίρων». Από την πρώτη στιγμή άρχισε σε διαπροσωπικό , εθνικό και διεθνές επίπεδο συζήτηση για τις θεωρητικοκλινικές επιπτώσεις της αλλαγής του θεραπευτικού πλαισίου αλλά και μια γενικότερη συζήτηση για το «συλλογικό» κάτω από τις ρέουσες επιπτώσεις της πανδημίας και του εγκλεισμού. Τρεις προϋπάρχοντες λόγοι βοήθησαν σημαντικά στην άμεση ανάπτυξη αυτών των αντανακλαστικών:
- Η ψυχαναλυτική κοινότητα τον τελευταίο μισό αιώνα με την επιθυμία επέκτασης της θεραπευτικής της προσπάθειας σε κλινικές οντότητες πέραν της νευρώσεως, όπως ψυχώσεις, εξαρτήσεις, οριακές, ψυχοσωματικές και ναρκισσισικές οργανώσεις και πιο πρόσφατα διαταραχές της ταυτότητας και του φύλου, είχε υποχρεωθεί σε αλλαγές και κυρίως σε περαιτέρω θεωρητικοποίηση του πλαισίου, θεωρητικοποίηση που συχνά γίνεται με μεγάλες αλλά κατά την εκτίμησή μου γόνιμες αντιπαραθέσεις. Συνοπτικά «το πλαίσιο» είναι ένα ανοιχτό θέμα για την ψυχανάλυση και ιδιαίτερα η τηλεψυχανάλυση αποτελούσε ένα από τα επίκαιρα θέματά της, ιδιαίτερα με την επέκταση της Ψυχανάλυσης στις «Νέες χώρες», όπως η Κίνα, απομεμακρυσμένες περιοχές της Ρωσίας κ.α. Η υποχρεωτική και παγκόσμια τηλεψυχανάλυση βρήκε την παγκόσμια ψυχαναλυτική κοινότητα σε κάποια ετοιμότητα για το θέμα αλλά του προσέδωσε μια άλλη δυναμική. Άρα το ερώτημα, δεν εφευρέθηκε αλλά προϋπήρχε μέσα στον προβληματισμό της κοινότητας. Μόνο που τώρα τίθεται ως «παγκόσμιο πείραμα» σε ένα «παγκόσμιο εργαστήριο» συγκροτούμενο από όλα τα ψυχαναλυτικά «ντιβάνια» και τις επιστημονικές και τις θεσμικές μας Εταιρείες. Υποθέτω, ότι και στα άλλα κείμενα αυτού του τόμου, θα παρουσιασθεί αυτή η ίδια διαπίστωση: «προϋπήρχε» το ερώτημα σχετικά με το πώς των συνεχών μετατροπών του πλαισίου και της τεχνικής μιας επιστήμης (όπως η κοινωνιολογία, η παιδαγωγική, η βιοϊατρική κ.α.) και ειδικότερα όσον αφορά στην τηλε-άσκησή της.
- Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, οι ψυχαναλυτές μοιάζει διεθνώς να παράγουν λίγα έργα σχετικά με το «κοινωνικό» αλλά αυτό δεν είναι αληθές. Τα έργα δεν έχουν την πρωτοτυπία, το ρηξικέλευθο και το τόσο αμφισβητούμενο των φροϋδικών έργων ούτε τους ακροβατισμούς της μετά τον Μάη του ’68 παραγωγής. Είναι όμως πολλά σε αριθμό και εξετάζουν πιο ώριμα την από την έναρξη της ζωής αλληλοεπίδραση του «ατομικού» και του «συλλογικού», τη δυναμική των ομάδων, τη συγχρονία και τη διαχρονία , τα συλλογικά και διαγενεαλογικά τραύματα, τις κοινωνικές αναπαραστάσεις για τη διαμόρφωση ταυτότητας και φύλου. Ακόμη πιο συγκεκριμένα, πλήθος εργασιών αναφέρονται στις συνθήκες της διαδικτυακής ζωή, στον αυξανόμενο ναρκισσικό ατομικισμό και στη σύγχρονη μοναξιά. Το αίτημα του «κοινωνικού» είναι ενεργές στο μυαλό του κάθε ψυχαναλυτή κάθε στιγμή στην κάθε συνεδρία με τον κάθε ασθενή του και αποτελεί το θέμα των τωρινών μας συζητήσεων στις διαπροσωπικές, εθνικές και διεθνείς συναντήσεις. Υπάρχει πλήθος ιδεών που εγκυμονούν αλλά η επιστήμη μας διέπεται από την αρχή του «μεθύστερου», του après coup, που απαιτεί κάποιο χρόνο εσωτερικής συνειδητής και ασυνείδητης διεργασίας για τη διαμόρφωση, εννοιολόγηση και ερμηνεία των φαινομένων. Ο χρόνος αυτός υποστηρίζεται από μια ικανότητα που ο κάθε αναλυτής καλείται να αναπτύξει για την καλή άσκηση της πρακτικής του και που λέγεται «η αρνητική ικανότητα», δηλαδή να μπορείς να παραμένεις σε μία δύσκολη αδιαμόρφωτη κατάσταση ιδεών και συναισθημάτων και να μην καταφεύγεις σε κάποια προκατασκευασμένη θεωρία για την πρόσκαιρη ανακούφισή σου. Ανακούφιση που όμως έχει ως αντίτιμο μια ψευδή ιδέα, μια αλλοτριωτική στάση για σένα και, ακόμη χειρότερα, για τον ασθενή σου.
- Με αυτή τη στάση που γενικά τηρείται από τους συναδέλφους μου ψυχαναλυτές και προς τον κοινωνικό χώρο (γιατί δεν δώσαμε προς το κοινό «οδηγίες» για την άμεση διαχείριση των φόβων και των αγωνιών που έχουν διακινηθεί, αλλά κάποιους δρόμους σκέψης) δείχνουμε σε όσους θέλουν να το καταλάβουν την ηθική στάση της Επιστημοσύνης γενικότερα. Ελπίζω αυτό θα φανεί και στα άλλα κείμενα του τόμου, γιατί βλέπω ότι και οι άλλες Επιστήμες (Disciplines) πειθαρχούν σε αυτόν τον επιστημονικό κανόνα του «μεθύστερου». Γενικά, επιβεβαιώνεται ότι η Επιστήμη μιλά για ότι ξέρει και μέχρι εκεί που ξέρει και από τη στάση της, στις παρούσες στιγμές, φαίνεται να ανακτά ένα μέρος του σεβασμού που της οφείλεται έναντι άλλων θεσμικών λόγων. Η αίσθησή μου όμως είναι ότι αυτό δεν θα έχει διάρκεια και αποδοχή σε βάθος. Οι Πολλοί και πάλι θα καταφύγουν στην Ψευδοεπιστήμη και στη σαγήνη της Ρητορικής και θα κωφεύουν στην Επιστήμη και στις σκληρές διαπιστώσεις της. Αυτό νομίζω συμβαίνει με όλες τις Επιστήμες Φυσικές, Βιολογικές και του Ανθρώπου, και είναι κάτι που η Ψυχανάλυση το γνωρίζει πολύ καλά γιατί ως λόγος αποκαλυπτικός της βιαιότητας και της μικρής δυνατότητας αυτοδιάθεσης και αυτονόμησης των Πολλών, συνεχώς και συστηματικά εξοστρακίζεται από τους Ακαδημαϊκούς και Πολιτειακούς Θεσμούς. Με το κίνημα συντηρητισμού που κατά τη γνώμη μου θα ακολουθήσει την πανδημία, αυτό τον περιορισμό θα υποστούν και οι άλλες Επιστήμες. Άρα, έχουμε και θα έχουμε δύο αναντίστοιχα φαινόμενα: έντονη διεργασία μέσα στις επιστημονικές ομάδες για την ανάπτυξη αληθινού και καινούριου λόγου, έντονο αποκλεισμό αυτού του καινούριου λόγου από τις δομές της Εξουσίας που δεν θα μπορούν να τον διαχειρισθούν προς όφελός τους. Επικαιροποιείται εντονότατα η σύγκρουση Εξουσίας (Pouvoir) και Γνώσης (Savoir), έστω και αν τυχοδιωκτικά η Εξουσία μοιάζει τώρα να «ακούει» την Επιστήμη.
- Οι ψυχαναλυτές είναι μια διεθνής «φυλή» με ισχυρότατους δεσμούς αγάπης, μίσους, αναγνώρισης και απαξίωσης, ναρκισσικών και γενεαλογικών προβολών μεταξύ των μελών και των «υποφυλών» της. Τουλάχιστον εμείς, οι αναγνωρισμένοι βάσει σκληρών κριτηρίων ψυχαναλυτές της Διεθνούς, δεν είμαστε περισσότεροι από 13.000 σε ολόκληρο τον κόσμο, οι μισοί περίπου εκ των οποίων στην Ευρώπη. Το μικρό μας πλήθος, η έντονη εταιρική ζωή μας, η μεγάλη μας συμμετοχή σε διεθνή ηπειρωτικά και δι-ηπειρωτικά συνέδρια, η μεγάλη διάρκεια της επαγγελματικής μας ζωής, η «δια βίου επιμόρφωση, διαμόρφωσή μας» που κυρίως γίνεται με την «έκθεση» της δουλειάς μας σε ημεδαπούς ή/και αλλοδαπούς συναδέλφους , και κυρίως χάρη στο μοντερνικό, ανεκτικό και επιστημονικά στραμμένο προς τη διαφορετικότητα πνεύμα που μας διακρίνει, αποτελούν παράγοντες που έχουν ως αποτέλεσμα πολλοί από εμάς να γνωριζόμαστε αρκετά καλά και να έχουμε αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς μεταξύ μας. Επικοινωνούμε συστηματικά, υπάρχουμε ο ένας για τον άλλο «με σάρκα και οστά». Η συνθήκη αυτή ενεργοποιήθηκε αμεσότατα με την άφιξη της κρίσης και του εγκλεισμού και χιλιάδες συνάδελφοι επικοινώνησαν με τους συναδέλφους που εμπιστεύονται με το απλό ερώτημα «εσύ πώς δουλεύεις τώρα;», ερώτημα που σε εμάς δεν σημαίνει μόνο πώς δουλεύεις με τον «άλλο» αλλά και πώς διεργάζεσαι εσωτερικά, στον ψυχισμό σου, τις νέες συνθήκες. Αναδεικνύεται λοιπόν η αξία της παγκόσμιας ( ανιδιοτελούς ως προς το υλικό επίπεδο, ιδιοτελούς ως προς το ψυχικό επίπεδο) κοινότητας ομοίων και «ισοτίμων» (εκ των οποίων κάποιοι είναι «πρώτοι μεταξύ ίσων») εταίρων που έχουν εμπιστοσύνη μεταξύ τους, μιλούν συλλογικά και με ειλικρίνεια «για την εμπειρία» τους, με σκοπό πρώτα-πρώτα να αλληλοστηριχθούν συναισθηματικά μέσα στη δοκιμασία προσφέροντας ο καθένας το «υλικό του» από το οποίο, ίσως, προκύψει όπως έγραφα στην προηγούμενη παράγραφο σε μετέπειτα χρόνο Λόγος συλλογικός και συνεκτικός.
Έρχομαι τώρα σε αυτά που δηλώθηκαν με την απουσία τους:
Οι αρχές που επιβεβαιώθηκαν στην ψυχαναλυτική κοινότητα σχετικά με το «κράτημα» και την ικανότητα αναμονής για την παραγωγή σκέψης, βρέθηκαν, βρίσκονται σε κρίση όσον αφορά την άσκηση της τηλεψυχανάλυσης κατά τη διάρκεια των συνεδριών. Μεγάλο μέρος των συναδέλφων μοιάζει να δυσκολεύεται να βρίσκει την απαραίτητη ισορροπία ανάμεσα στο «κράτημα» και σε αυτό που αποκαλούμε «ψυχαναλυτική ουδετερότητα», δηλαδή μια στάση «ίσης απόστασης» ανάμεσα στα διάφορα στοιχεία του «υλικού» των λόγων του αναλυομένου, ώστε με τη βοήθεια των ελεύθερων συνειρμών του και της θεωρίας να διατυπωθεί η λειτουργική ερμηνεία. Κάτω από την πίεση των πραγματικών γεγονότων, η συνεδρία «γέρνει» προς το πραγματικό και το άμεσο, χάνοντας τον βασικό της προσανατολισμό που είναι η σύνδεση του «εδώ και τώρα» βιώματος με το «απωθημένο» και διαχρονικό του ασθενούς, μόνη σύνδεση που μπορεί να καταδείξει τα ελλείμματα και τα τραύματα και να τα ερμηνεύσει, αποτρέποντας έτσι την επανάληψή τους. Η τηλεψυχανάλυση κινδυνεύει να «κλίνει» προς τη γνωσιακή συμβουλευτική και να γίνει διαχείριση «κρίσεων» και όχι θεραπεία της υπαρξιακής ψυχοσεξουαλικής κρίσης του υποκειμένου. Έχω την αίσθηση ότι κάτι ανάλογο, το επείγον της αντιμετώπισης της παρούσης κρίσης να έρχεται να σκεπάσει το ερώτημα της «δομικής κρίσης», θα παρατηρείται και στους άλλους τομείς σκέψης και διαχείρισης των παρόντων βιολογικών και κοινωνικών παραμέτρων.
Η μη συνάντηση της ψυχαναλυτικής δυάδας μέσα στον ίδιο χώρο φέρνει στο προσκήνιο δύο κατ’ εξοχήν ψυχαναλυτικά ζητήματα, τα οποία δυστυχώς θα αναφέρω συνοπτικά, αν και κατά τη γνώμη μου αποτελούν θεμελιώδη συστατικά της «ανθρώπινης συνάντησης».
Το ένα είναι «το σώμα» ή καλύτερα η ενεργοποίηση λόγου ή/και φαντασιώσεων που θίγουν, ακουμπούν, κεντρίζουν το σώμα. Μόνο όταν ενεργοποιείται αυτή η συνθήκη της «ενσωμάτωσης του λόγου», μόνο όταν τα «πάθη» του αναλυομένου (και ίσως παράλληλα τα κρυφά πάθη του αναλυτή) γίνονται «ένυλα πάθη», κατά τον Αριστοτέλη και κατά τον, σε μεγάλο βαθμό αριστοτελικό Σ.Φρόυντ, συμβαίνει η ενοίκηση του ψυχισμού μέσα στο σώμα, συνθήκη απαραίτητη για την απαρτίωση του ατόμου. Ελπίζω ο αμύητος στην ψυχανάλυση αναγνώστης ανατρέχοντας σε δικές του συγκλονιστικές αναμνήσεις ψυχοσωματικής πληρότητας ερωτικού, επιθετικού ή εκστατικού περιεχομένου να καταλάβει τι εννοώ. Η τηλεανάλυση καταφέρνει κάπως να λειτουργεί μόνο αν έχουν ήδη δημιουργηθεί ήδη τα μνημονικά ίχνη της ενσάρκωσης του λόγου κατά την αναλυτική πράξη. Ο αναλυτής που δεν έχει αντιληφθεί την αξία τους θα τα ατονήσει περαιτέρω, οδηγώντας την ανάλυση στην «εκλογίκευση», ο αναλυτής που θα αναγνωρίζει την αξία τους αλλά χάσει το μέτρο από την ψυχρότητα του νέου πλαισίου θα επιχειρήσει την υπερδιέγερσή τους γινόμενος αποπλανητικός και , ίσως, τραυματικός.
Έρχομαι στο τελευταίο, αν και πρωταρχικό ζήτημα: το θέμα της «καταπάτησης του Νόμου» εντός της ψυχαναλυτικής συνθήκης. Η ψυχαναλυτική συνάντηση ορίζεται από έναν κανόνα, ότι τα πάντα μπορούν και οφείλουν να έρθουν στον λόγο, τίποτε δεν μπορεί να συντελεσθεί ως πράξη μεταξύ του αναλυτή και του αναλυόμενου. Ο κανόνας αυτός έχει άμεση αναφορά στο ταμπού της απαγόρευσης της αιμομιξίας, αλλά βασίζεται στο θεμελιακό αξίωμα ότι μόνο περνώντας από τη γλώσσα οι αισθήσεις και οι εικονικές φαντασιώσεις εγγράφονται πολυδύναμα στον ψυχισμό. Όπως καταλαβαίνουμε , με την ανάκληση των τραυμάτων ή/και με την ασυνείδητη επανάληψή τους μέσω της «μεταβίβασης», η αυθεντική ψυχανάλυση ακροβατεί πάνω «στην κόψη του ξυραφιού» επιδιώκοντας την οριακή ενδοψυχική αναβίωσή τους για να επιτευχθεί η «ενσάρκωση» που προανέφερα αλλά και η αποτροπή της επανάληψης του τραύματος με πράξη χάρη στις δυνατότητες ελέγχου της επίθεσης των ενστίκτων, των ενορμήσεων και των ελλειμμάτων από το συσκέπτεσθαι και συνφαντάζεσθαι της αναλυτικής δυάδας. Μόνο η αναστολή της επιβαλόμενης, μηχανιστικά, αυτόματα, ασυνείδητα πράξης, θα οδηγήσει στη σκέψη, στη συγκράτηση, στην αναγκαία, έστω και στιγμιαία εν-κράτεια που επιτρέπει τη διαμόρφωση σκέψης και «στάσης» μέσα στην οποία αυτοαναγνωρίζεται το υποκείμενο. Η τηλεανάλυση στερούμενη αυτού του όρου του «πραγματικού», αυτής της «απειλής», δεν μπορεί να δώσει την αίσθηση της νίκης του νοητικού επί του θυμικού, συνθήκη που, νομίζω, σε παναθρώπινο επίπεδο αποτελεί την βάση για την αυτοαναγνώριση και την αυτονόμηση του υποκειμένου.
[1] Το κείμενο ανήκει στον τόμο Αποτυπώσεις σε στιγμές κινδύνου που ετοίμασε η Εταιρεία Επιστημών του Ανθρώπου με αφορμή την πανδημία και εξέδωσαν οι εκδόσεις Νήσος, Αθήνα, Απρίλιος 2020. Ο αναγνώστης μπορεί να «κατεβάσει» δωρεάν τον τόμο μπαίνοντας στο www.nissos.gr
Νίκος Τζαβάρας - Παρατηρήσεις γύρω από την Πανδημία
Ένα μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας βρέθηκε και βρίσκεται εκτεθειμένο και αντιμέτωπο με μία απρόσμενη πανδημία η οποία συγκαταλέγεται σ’ εκείνα τα φυσικά φαινόμενα που περιγράφονται με ορισμένες επανερχόμενες έννοιες: τον πανικό, την αλληλεγγύη, την αναζήτηση ρητών υποσχέσεων για την υπέρβασή της, την εμπιστοσύνη στον επιστημονικό ορθολογισμό όπως και στην αμφισβήτησή του, τη φαντασία περιστρεφόμενη γύρω από τη θανατηφόρα ασφυξία όπως και την αναζωπύρωση προκαταλήψεων που συγκλίνουν συχνά στην αποκαλούμενη συνωμοσιολογία. Και τέλος η δεύτερη υπαρξιακή απειλή εξαιτίας της οικονομικής κρίσης Όλες αυτές οι δέσμες προερχόμενες από τη φαινομενολογία μιας αιφνίδια αναπτυσσόμενης λοίμωξης επανευρίσκονται στο ψυχαναλυτικό κλινικό υλικό και τις θεωρητικές απορίες που το συνοδεύουν. Οι εμπειρίες από τις αναλύσεις και τις ψυχοθεραπείες κάτω από διαφορετικές συνθήκες που απαιτούν ριζοτομικές μεταβολές είναι πολλαπλές.
Η επεξεργασία τους δεν είναι δυνατό να ολοκληρωθεί κατά τη φάση που διερχόμαστε και είναι αναγκαίο να συντηρηθεί ένας διάλογος για το μέλλον που θα αφορά τόσο την παρουσίαση συγκεκριμένων ασθενών όσο και την απροσδόκητη οδυνηρή εξωτερική πραγματικότητα αναλυόμενων και αναλυτών. Εξαιτίας αυτής της τομής στο έργο των αναλυτών προκαλείται μία – γενικότερα αξιοποιήσιμη - σύγκριση των όσων διαμείβονται στο πλαίσιο ενός τροποποιημένου κλασσικού setting με το πρόσφατο παρελθόν που προσωρινά εγκαταλείπεται. Δεν επιθυμώ να επιμείνω ιδιαιτέρως διεξοδικά κατά τη σύντομη τοποθέτηση μου στη σημασία της σύγχρονης τεχνολογίας που έχει εισβάλει στο επικοινωνιακό ψυχαναλυτικό πλέγμα. Όμως θα υπογράμμιζα πως οι ανατροπές που επιφέρει δεν θα έπρεπε – επειδή ακριβώς ολισθαίνουν με ευκολία ως εφαρμογές – να διαφύγουν της ψυχαναλυτικής κριτικής. Οι θεραπείες που αυτή την περίοδο διεξάγονται είτε μέσω τηλεφώνου είτε μέσω skype προσφέρουν την ευκαιρία μιας συλλογικής εκτίμησης των ‘παραμορφώσεων’ της τεχνικής ή πιο συγκεκριμένα της μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης. Υπάρχουν λ.χ. ορισμένοι ασθενείς που δεν ανέχονται την πρόταση να αποδεχθούν τους νέους όρους γιατί τους εκλαμβάνουν ως έναν ‘ακρωτηριασμό της αισθητηριακής τους πραγματικότητας’ ή – σύμφωνα με τη διατύπωση ενός δεύτερου ασθενούς – ‘οι σκέψεις του δεν θα μπορούσαν να κινηθούν ελεύθερα παρά μόνον στο συγκεκριμένο χώρο της ανάλυσης’. Όλες αυτές οι αντιδράσεις μας αποκαλύπτουν παράλληλα τις ιδιαίτερες μορφές επένδυσης των στοιχείων που συναπαρτίζουν την αναλυτική πορεία εντός ενός χώρου με ποικίλες συμβολικές απολήξεις και μιας εκατέρωθεν αισθητηριακής αντίληψης αναλυτού-αναλυομένου.
Βεβαίως η ψυχανάλυση αποσκοπεί στην ανάδειξη του τρόπου με τον οποίο το Εγώ δέχεται και επεξεργάζεται την εισβολή του εξωτερικού κόσμου. Δηλαδή πρωτίστως ενδιαφέρεται για την ερμηνεία και κατανόηση των ιδιαιτέρων μηχανισμών άμυνας μιας συγκεκριμένης υποκειμενικής δομής όταν αυτή εκτίθεται στις μεταβολές του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος. Ωστόσο μία φυσική καταστροφή που επέρχεται απροσδόκητα παραμένει μία γενικευμένη, διυποκειμενική συνθήκη που εξωθεί σε παρόμοιες αντιδράσεις των πληττόμενων ατόμων. Στις εργασίες του Φρόυντ με κοινωνιολογικό χαρακτήρα η αντιμετώπιση της φύσης αποτελεί τη θεμελιώδη ανάγκη για τη διασφάλιση της βιολογικής ανθρώπινης ύπαρξης και παράλληλα της γενεσιουργού αιτίας της συγκρότησης του πολιτισμού. Απλοποιώντας, αλλά όχι αυθαιρετώντας, τη συλλογιστική του που διατρέχει τις πραγματείες του – ‘Το Μέλλον μιας Αυταπάτης’(1927), ‘Η δυσφορία εντός του Πολιτισμού’(1929) και ακόμη ΄Η Ψυχολογία των Μαζών και Ανάλυση του Εγώ’(1921) – δύο όψεις γίνονται διακριτές κατά την αρχέγονη αντιπαράθεση με το φυσικό περιβάλλον: οι καταστροφικοί κίνδυνοι που εγκυμονούν στην ύπαρξη του και παράλληλα οι προσφερόμενες για τη συντήρηση του είδους αρχαϊκότερες μορφές εκμετάλλευσής του. Η μία διάσταση αφορά τον φρικτό φόβο, τον πανικό μπροστά στις παραστάσεις του αφανισμού που ενδοψυχικά παραπέμπουν στην απώλεια του πρωταρχικού αντικειμένου, αλλά και στην παράλληλη απώλεια κάθε αντικειμενότροπης σχέσης που διακρίνει κυρίως τον πανικό. Κάτω από αυτούς τους όρους η εξέλιξη του ανθρώπινου είδους επιτυγχάνει να εγκαταστήσει δύο αμυντικούς μηχανισμούς. Τη γλώσσα ως ένα απαραίτητο εργαλείο επικοινωνίας ανάμεσα στα εξακολουθητικά απειλούμενα από την εξωτερική φύση άτομα ώστε να προκύψει η απαιτούμενη συλλογική αλληλεγγύη για την εν μέρει έλλογη τιθάσευση ή υπέρβαση των κινδύνων. Και την επικράτηση του Οιδιπόδειου Συμπλέγματος που δρα κατά της ενδοοικογενειακής αιμομιξίας ώστε να προκύψει ο διευρυνόμενος πολιτισμικός διάλογος ανάμεσα στα άτομα που διεκδικούν νέες σχέσεις πέραν της οικογένειας προέλευσής τους. Κατά μία άποψη, την οποία και συμμερίζομαι, η εμφάνιση της γλώσσας που υποκαθιστά το ‘γρύλισμα’ του ανθρωποειδούς συμπίπτει με την οιδιπόδεια ‘χειραφέτηση’. Η πολιτισμική καταλληλότητα θα εδράζεται κατά τον Freud στην αναδιαμόρφωση των ενορμήσεων (Triebumbildung).
Ιδίως κατά την εμβίωση των μεγάλων φυσικών καταστροφών εκδηλωνόταν η ισχυρή συναισθηματική συνοχή της αλληλεγγύης η οποία αρχικώς προσέκρουσε σε ανυπέρβλητα εμπόδια. Ήταν ένας από τους λόγους που η εξελισσόμενη ανθρωπότητα θα οδηγηθεί στη μαγεία και τον ανιμισμό ως μία πρώτη ερμηνεία ενός από πνεύματα εμψυχωμένου κόσμου προς τα οποία θα κατευθυνόταν η ιστορικά διαμορφωνόμενη, διαφοροποιούμενη θρησκευτική έκκληση. Την ίδια στιγμή της παραληρηματικής αντίδρασης προς τη συμφορά παρατηρούνται ωστόσο και οι πρώτες έλλογες απορίες για την προέλευσή της και οι πρώτες συλλογικές πρακτικές χειρισμού της εξωτερικής πραγματικότητας. Είναι τα σπέρματα της επιστημονικής ορθολογικής εκτίμησης του κόσμου που εφεξής θα αντιμάχεται το πλέγμα των αναγκαίων για το άτομο αρχέγονων προστατευτικών προκαταλήψεων. Αστοχούμε, θα σημειώσει πάλι ο Freud επιμένοντας στην αλληλεπίδραση των δύο αυτών διαστάσεων, ‘αν εκτιμούμε την διάνοιά μας ως αυτόνομη δύναμη και παραβλέπουμε την εξάρτησή της από τον συναισθηματικό βίο’. Αντιθέτως ο φόβος που διακινεί μία διαφορετική ψυχική δραστηριότητα υποθάλπει τον κίνδυνο που οδηγεί στην υποχώρηση της εξέτασης, διερεύνησης της πραγματικότητας (Realitätsprüfung). H ψυχική πραγματικότητα αποδεικνύεται ισχυρότερη από την αντικειμενική. Όμως και οι δύο θα λέγαμε εξυπηρετούν την ερμηνεία του εξωτερικού κόσμου.
Σε περιόδους κρίσεως και καταστροφών ανασύρονται προκαταλήψεις – όπως λ.χ. ο αντισημιτισμός – που εγκυμονούν στο προσυνειδητό, δεισιδαιμονίες, θρησκευτικές ιδεοληψίες ή , συχνά ευθυγραμμισμένες κατ’ επίφαση με ιδιώματα της σύγχρονης επιστήμης, συνωμοσιολογίες. Κατ’ αναλογία και μόνον στην τωρινή πανδημία που μας απασχολεί παρατηρούνται σε παγκόσμια κλίμακα τόσο η κυριαρχούσα εμπιστοσύνη προς τις επιταγές της ιολογίας όσο και έκδηλες ή παρασιωπούμενες ιδιωτικές αντιεπιστημονικές απόψεις ή φαντασιώσεις.
Ιδιαίτερα στη χώρα μας όμως επιτεύχθηκε μία ασυνήθιστα αποτελεσματική ανταπόκριση στις ανάγκες των αιφνιδιασμένων ατόμων από την άγνωστη λοίμωξη. Πρόκειται για την επικοινωνία ανάμεσα στους πολίτες και το επιτελείο των ειδημόνων υπό τον καθ. Τσιόδρα η οποία πλήν της γενικότερης αναγνώρισης, αντικατοπτρίστηκε στη μεταβίβαση ορισμένων ασθενών – τουλάχιστον μερικών των οποία η πορεία δεν μου έμεινε άγνωστη. Ένας μη αναλυτής, ένας εκπρόσωπος των φυσικών επιστημών, υπήρξε και παραμένει στη θέση του διαφωτισμού και της ήπιας αποδοχής του φόβου των ακροατών του, της προώθησης της δύσκολης, αναντίρρητης επιστημονικής λύσης και του παράλληλου εφησυχασμού που εκπηγάζει από τη γνησιότητα της αλληλεγγύης του. Ένα συμβολικό υπόδειγμα ενσυναισθησίας, Empathy, που ουδόλως βασίζεται στην ακτινοβολία της υποβολιμαίας αυθεντίας -όπως περιγράφεται από τον Φρόυντ στην Ψυχολογία των Μαζών. (Μολονότι με τη συγκεκριμένη μου αναφορά υπερβαίνω τα όρια της ψυχαναλυτικής μεθοδολογίας, η οποία οφείλει να υποστηρίζει την ερμηνευτική της μέσω κλινικού υλικού, αισθάνομαι την ανάγκη να σχολιάσω για έναν αριθμό συναδέλφων ένα γεγονός με ασυνήθιστες συλλογικές συγκινησιακές αντιδράσεις.) Αυτή η αποδοχή της επιστημονικής αποδοχής, τεκμηρίωση ενός πολιτισμικού ορθολογισμού που εδράζεται στις ώριμες πλευρές του Εγώ, προκαλεί την προσμονή μιας οριστικής εξαφάνισης της καταστροφής, μιας ενδεχομένως μακράς διάρκειας προσδοκίας που διακρίνει την εργαστηριακή και κλινική έρευνα. Το άτομο κλήθηκε να υπομείνει την αγχώδη απομόνωση με την παράλληλη ελπίδα.
Ωστόσο μαζί με αυτή τη στάση εμπιστοσύνης προς τον Ορθό Λόγο – του οποίου η ευθραυστότητα εκφράζεται διαρκώς μέσω της παλινδρόμησης – παρουσιάστηκε στον δημόσιο διάλογο ένα πλήθος συνωμοσιολογικών συλλήψεων, προκαταλήψεων, παρανοϊδών πεποιθήσεων και στερεοτυπιών με πυρηνικό γνώρισμα τη μόνιμη απόκρουση έλλογων αντιεπιχειρημάτων. Η συνύπαρξη δε των δοξασιών με τη συμμόρφωση ως προς τις κρατικές επισημάνσεις δεν αποτέλεσε μία ασυμβίβαστη με τη συνείδηση αντινομία, αλλά – και αυτό είναι μία ιδιαιτερότητα – συχνά μία εναλλαγή συνειδησιακών ταυτίσεων.
Ένα από τα πολλά κλινικά παραδείγματα που οφείλουν να μελετηθούν: «Ένας ασθενής μου, στο παρελθόν με κατά διαστήματα υποχονδριακές αντιδράσεις, μου ζητάει να συνομιλήσει μαζί μου εξαιτίας του επανερχόμενου φόβου που του είχε προκαλέσει η παρουσία της πανδημίας στη ζωή του. Είχα χρόνια να τον ακούσω. Είναι ένας εκπρόσωπος, θα λέγαμε, του διαφωτισμού. Ένας προικισμένος επιστήμονας και διανοούμενος ο οποίος μεταξύ άλλων μου αποκαλύπτει πως τα βράδια, πριν κοιμηθεί, πιάνει τον εαυτό του να επαναλαμβάνει μία συγκεκριμένη συνωμοσιολογική ‘ιστορία’ με οργή που κατευθύνεται κατά ενός πανίσχυρου προσώπου υπεύθυνου για την πανδημία και παράλληλα – μηρυκάζοντας τις ίδιες λεπτομέρειες - να αισθάνεται ηδονή. Και θα προσθέσει, πως, αποφασίζοντας να επικοινωνήσει μαζί μου μέσω skype, αισθανόταν την ίδια οργή να στρέφεται εναντίον μου γιατί θα τον αντιμετώπιζα ΄με την άσπλαχνη λογική της ψυχανάλυσης΄….»
Ένας από τους γνωστότερους φιλοσόφους του παρελθόντος αιώνα ο Hans-Georg Gadamer, στις εκτεταμένες του παρατηρήσεις για τη σύνθεση των προκαταλήψεων, ήξερε να υπογραμμίζει την παραμελημένη σημασία τους για την κατανόηση του ανθρώπου. Η ψυχανάλυση θα επιζητήσει την κάθε φορά υποκειμενική διάσταση του ανορθολογισμού που συμπλέκεται με τις αρχέγονές προκλήσεις του φόβου.
Στο σημείο αυτό θέλω να διακόψω τις σκέψεις μου που θα επιθυμούσα να συμπληρώσω μελλοντικά για ένα κατά την κρίση μου ανεξάντλητο θέμα.